Γλώσσα είναι η βάση της λεκτικής επικοινωνίας

Γλώσσα είναι η βάση της λεκτικής επικοινωνίας, 

δηλαδή της επικοινωνίας με τη βοήθεια των γλωσσικών συμβόλων. «Η ανθρώπινη γλώσσα ως επικοινωνιακό σύστημα χαρακτηρίζεται από ενδογενή, ατέρμονη δημιουργικότητα και πλαστικότητα, πράγμα που στερούνται τα υπόλοιπα συστήματα επικοινωνίας» . Αν και η λέξη γλώσσα έχει χρησιμοποιηθεί με ποικίλες έννοιες, είναι πλέον κοινά αποδεκτός ο ορισμός της ως σύστημα επικοινωνιακής συμπεριφοράς.Με τον όρο επικοινωνία (communication) εννοούμε τη μεταφορά μηνυμάτων από ένα υποκείμενο σε άλλο με τη χρήση σημείων και συμβόλων. Η επικοινωνία είναι μια συνεχής αλληλεπίδραση, μέσω της οποίας τα άτομα ανταλλάσσουν ιδέες, σκέψεις και απόψεις εκφράζοντας, παράλληλα, το συναισθηματικό τους κόσμο. Για τον προσδιορισμό της έννοιας της επικοινωνίας στα πλαίσια της ανθρώπινης συμπεριφοράς, η σύγχρονη γλωσσολογία επισημαίνει ότι η πρόθεση επικοινωνίας αποτελεί τη σημαντικότερη όψη των ανθρώπινων φυσικών γλωσσών σε αντίθεση με άλλους σημασιολογικούς κώδικες. Αυτή η οροθέτηση επιτρέπει την προσέγγιση της γλώσσας όχι ως έκφραση της σκέψης, αλλά ως οργάνου επικοινωνίας για τη μετάδοση της εμπειρίας. Λόγω του γεγονότος ότι η επικοινωνία βρίσκεται στο κέντρο της γλωσσολογικής διερεύνησης, η κοινωνική φύση της γλώσσας και του λόγου αναδεικνύεται σε ουσιαστικό στοιχείο για τη μελέτη της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Τα στοιχεία που συνθέτουν την επικοινωνία ως έννοια και ως διαδικασία είναι τα εξής:

α) Τα επικοινωνιακά αντικείμενα: Η επικοινωνία ως μορφή κοινωνικής δράσης απαιτεί την ύπαρξη δύο διαδρώντων υποκειμένων. Χωρίς την ύπαρξη ατόμων ή ομάδων ατόμων, μεταξύ των οποίων αναπτύσσεται άμεσα ή έμμεσα η επικοινωνιακή διάσταση, δεν μπορεί να  υπάρξει επικοινωνία.

β) Το μήνυμα: Οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας απαιτεί τη μετάδοση κάποιου μηνύματος. Το μήνυμα, ο πομπός και ο δέκτης αποτελούν συστατικά στοιχεία της επικοινωνιακής διάδρασης.

γ) Ο κώδικας επικοινωνίας: Απαραίτητο, επίσης, στοιχείο της επικοινωνίας είναι ο επικοινωνιακός κώδικας. Αυτός περιλαμβάνει το σύνολο των σημείων και συμβόλων που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση και πρόσληψη του μηνύματος (τηλεόραση, ραδιόφωνο, βιβλίο κ.λ.π.).

δ) Η πληροφοριακή ανατροφοδότηση: Ο όρος αυτός δηλώνει την αντιστροφή των θέσεων της πηγής (πομπού) και του δέκτη τοιουτοτρόπως, ώστε η πληροφοριακή αντίδραση του ακροατηρίου να συλλαμβάνεται από την πηγή του αρχικού δέκτη.

Οι εθνογράφοι της επικοινωνίας, καθώς και οι εθνομεθοδολόγοι αρνούνται να θεωρήσουν αυτόνομο το γλωσσικό σύστημα και συνδέουν το λόγο με το κοινωνικό περιβάλλον και την κοινωνική κατάσταση μέσα στην οποία παράγεται. Ο D. Hymes, αμερικάνος ανθρωπολόγος και κύριος εκπρόσωπος της Σχολής που είναι γνωστή ως Εθνογραφία της Επικοινωνίας, διατύπωσε την άποψη ότι  η ομιλία είναι το αποτέλεσμα της αλληλενέργειας ανάμεσα στη γλωσσική ικανότητα και την ικανότητα για επικοινωνία, δηλαδή την ικανότητα να χρησιμοποιεί ο ομιλητής το κατάλληλο ύφος κατά περίσταση. Στον πρόλογο ενός συλλογικού τόμου για τις λειτουργίες της γλώσσας στη σχολική τάξη επισημαίνει πως η γλωσσική αγωγή δεν πρέπει να αποσκοπεί στο «να κατανοηθεί καλύτερα πώς είναι δομημένη η γλώσσα, αλλά στο να κατανοηθεί καλύτερα πώς χρησιμοποιείται η γλώσσα». Η διδασκαλία της γλώσσας σύμφωνα με τον Hymes οφείλει να ακολουθεί τις ακόλουθες παιδαγωγικές αρχές:

α) Ο εκπαιδευτικός να αρχίζει από το σημείο στο οποίο βρίσκονται τα παιδιά και

β) να στοχεύει στην άσκηση της ικανότητας για επικοινωνία, μεταδίδοντάς τους ένα πλούσιο λεκτικό υλικό, κατάλληλο για διάφορες καταστάσεις.

Σύμφωνα με τον Hymes τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε ένα λεκτικό γεγονός είναι ο πομπός (sender) και ο δέκτης (receiver). Αναγκαία, επίσης, είναι η ύπαρξη κάποιου θέματος. Το γεγονός διαδραματίζεται σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο και χρόνο (setting).

H επικοινωνία διεξάγεται μέσα από κάποιο κανάλι (code), δηλαδή μια διάλεκτο, καθώς και με τη χρήση κάποιου ιδιαίτερου ύφους της γλώσσας που χρησιμοποιείται και αντιστοιχεί σε κάποιο συγκεκριμένο είδος λόγου (messageform), για παράδειγμα μια διάλεξη, μια επιστολή ή μια συνέντευξη κ.τ.λ.

Τέλος, σε ένα επικοινωνιακό γεγονός υπάρχει πάντοτε ένας σκοπός (purpose), ο οποίος επιδρά στους άλλους παράγοντες της επικοινωνίας και τους διαμορφώνει.

Για την ανάπτυξη της επικοινωνιακής δεξιότητας του μαθητή θα πρέπει αυτός να εξοικειωθεί με τις μορφές που παίρνει η επικοινωνία στο χώρο, μέσα στον οποίο θα επικοινωνήσει, ανάλογα με τις συνθήκες και τα πρόσωπα με τα οποία θα επικοινωνήσει, καθώς και με τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει κατά την επικοινωνία του (γραπτά, προφορικά, τηλεφωνικά κ.ά.) και τις κοινωνικές νόρμες της γλωσσικής ή μη γλωσσικής συμπεριφοράς και επικοινωνίας. 
Δύο ακόμα αναπόσπαστα στοιχεία της επικοινωνίας είναι η συμμετοχή και ο έλεγχος. Συνεπώς, μια μορφή επικοινωνίας προϋποθέτει την κοινωνική διάδραση, δηλαδή τη συμμετοχή των διαδρώντων υποκειμένων στη διαδικασία (συνειδητή ή ασυνείδητη).

Η σύγχρονη μορφή γλωσσικής διδασκαλίας σέβεται τη γλωσσική ποικιλία, γιατί είναι αυτή που προκύπτει από την προσαρμογή της γλωσσικής έκφρασης στην εκάστοτε περίσταση επικοινωνίας. Οτιδήποτε λέμε, προσδιορίζεται από τους παράγοντες που συνιστούν την περίσταση επικοινωνίας, στα πλαίσια της οποίας μιλάμε. «Οποιαδήποτε γλωσσική εκφώνηση είναι σίγουρο ότι είναι εξ’ ολοκλήρου κοινωνικά προσανατολισμένη. Προσδιορίζεται αρχικά, κατά τον πιο άμεσο τρόπο από τους συμμετέχοντες στη γλωσσική πράξη, κοντινούς ή μακρινούς, σε συνδυασμό με μια πιο συγκεκριμένη περίσταση […]. Η περίσταση διαμορφώνει την εκφώνηση […] και το ύφος κάθε φορά της εκφώνησης».

Αναφορές

Πήτα, 1998

2 Mounin, 1986

3 Tokatl;idoy, 1986

4 Bakhtine, 1977

Βιβλιογραφία
Bakhtine, M. (1977). Le Marxisme et la philosophie du langage. Ed. De Minuit.

Hymes, D. (1979). “Language in education: Forward to fundamentals”. In D. Garnica, M. King (eds). Language – Children and Society. Oxford: Pergamon Press.

Μounin, G. (1986). Κλειδιά για τη γλωσσολογία, μτφρ. Α Αναστασιάδη – Συμεωνίδη. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας.

Πήτα, Ρ. (1998). Ψυχολογία της Γλώσσας. 2η έκδ. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.