Η διαλεκτική σχέση «μέσου» και «μηνύματος»

Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ «ΜΕΣΟΥ» ΚΑΙ «ΜΗΝΥΜΑΤΟΣ»
Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών είναι το «μέσον»
και ο συνεργατισμός το «μήνυμα» ελπίδα του κόσμου

Παραθέτουμε ένα εξαιρετικό άρθρο που μας έστειλε ο Βασίλης Τακτικός: Στην εποχή μας η ισχύς των μέσων επικοινωνίας περισσότερο από ότι στο παρελθόν συνοψίζεται σε αυτό που έχει διατυπωθεί στη θεωρία του Μακ Λούαν «το μέσο είναι το μήνυμα». Πράγμα που σημαίνει απλά, ότι αυτός που κατέχει τα μαζικά μέσα επικοινωνίας καθορίζει και το περιεχόμενο του μηνύματος, ενώ η επικοινωνία συνολικά καθορίζει τις κοινωνικές συμπεριφορές, τη μαζική κουλτούρα, την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία. Η βιομηχανία της μαζικής επικοινωνίας διαμορφώνει τη κοινή γνώμη, κατασκευάζει πολιτική συναίνεση, διαμορφώνει τελικά το συλλογικό φαντασιακό που είναι το ιδεολογικό υπόστρωμα της πολιτικής ηγεμονίας της οικονομικής ολιγαρχίας.

 

Το αντιστάθμισμα σε αυτή τη δύναμη του συγκεντρωτισμού της επικοινωνίας, στα χέρια της οικονομικής ολιγαρχίας δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από τη συμμετοχική δημοκρατία και την οργανωμένη κοινωνία πολιτών που μπορεί να λειτουργεί ως οριζόντιο επικοινωνιακό σύστημα ιδιαίτερα, με την αξιοποίηση του διαδικτύου. Με αυτή την έννοια όπως θα αναπτύξουμε στη συνέχεια, οργανωμένη κοινωνία των πολιτών μπορεί να είναι το «μέσον» και ο συνεργατισμός το «μήνυμα» και η ελπίδα του κόσμου, για να αντιμετωπίσει σε παγκόσμιο επίπεδο το μείζον πρόβλημα της ανεργία και της φτώχειας…

 

Η άποψη ότι τα μαζικά μέσα επικοινωνίας καθορίζουν την πολιτική ηγεμονία, αλλά και έμμεσα τις επιλογές στην οικονομία, είναι κοινή πεποίθηση στη πλειονότητα των Πολιτών. Είναι φανερό επίσης ότι τα μαζικά μέσα ενημέρωσης-«media» με τη σειρά τους ελέγχονται από τους οικονομικά ισχυρούς και μπροστά στη δύναμη των μέσων ο μεμονωμένος πολίτης σήμερα νιώθει εντελώς ανίσχυρος.

Εκείνο που δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς, χωρίς να μπει στη διαδικασία της μελέτης είναι όλο το πλέγμα και η πολυπλοκότητα των επιδράσεων της βιομηχανίας της επικοινωνίας στη πολιτική, την επιστήμη, τη τέχνης και γενικα του πνευματικού πολιτισμού. Τις επιδράσεις όπου διαπλάθεται η συνείδηση με την ισχύ των μέσων.

 

Θα εξετάσουμε λοιπόν τη ποιοτική διαφορά μεταξύ συγκεντρωτικού συστήματος των ΜΜΕ και οριζόντιου συστήματος επικοινωνίας, τις επιδράσεις στο όλον του κοινωνικού γίγνεσθαι όταν τα ΜΜΕ βρίσκονται στα χέρια του συγκεντρωτικού κεφαλαίου και τις επιδράσεις όταν ένα σύστημα βρίσκεται στα οριζόντια κοινωνικά δίκτυα.

 

Η επικοινωνία γενικά πέρα από τέχνη της πειθούς, είναι μια διαρκής διαδικασία κίνησης ιδεών διάδοσης γνώσης και τεχνογνωσίας. Μια διαδικασία κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης, αλλά και του συνόλου των ανθρώπινων σχέσεων.
Η γλώσσα, ο πολιτισμός, η ιστορία, η πολιτική, η εργασία, το εμπόριο και η επιχειρηματικότητα αναπτύσσονται χάριν της μετάδοσης των μηνυμάτων, της γνώσης, των ιδεών και της τεχνολογίας. Όλες οι μεγάλες κοινωνικές επαναστάσεις τους τρείς τελευταίους αιώνες ήσαν απότοκες τεχνολογικών επαναστάσεων στο χώρο της επικοινωνίας που διευκόλυναν τη διάδοση των μηνυμάτων μέσα στα κοινωνικά κινήματα.
Ωστόσο η τέχνη της επικοινωνίας από μόνη δεν είναι καλή ούτε κακή, μπορεί να οδηγήσει στο καλύτερο αλλά και στο χειρότερο. Μπορεί να προωθήσει την ειρήνη, την αλληλεγγύη, τον συνεργατισμό αλλά και το αντίθετό της, το εθνικιστικό μίσος, το κοινωνικό μίσος και τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη αγαθών έργων, αλλά και στην παραπλάνηση, την παραπληροφόρηση, την ύφεση και εν τέλει στην καταστροφή. Εξαρτάται από ποιους και για ποιόν ασκείται αυτή η τέχνη και ποιους υπηρετεί.

 

Τα ΜΜΕ έχουν μεγάλη πολιτική και οικονομική ισχύ όχι μόνο γιατί ασκούν αυτή τη τέχνη μαζικά, αλλά ακριβώς γιατί λειτουργούν ως ανθρώπινη μηχανή, σαν μηχανισμός εξουσίας με υποβόσκουσα ιδεολογία στη διαχείριση και χειραγώγηση της μαζικής κουλτούρας. Και για να μη ξενίζει ο όρος, ανθρώπινη μηχανή έχει χαρακτηριστεί ο στρατός, το κόμμα και η κρατική γραφειοκρατία. Από μια άλλη οπτική ο κομματικός μηχανισμός δεν είναι τίποτε άλλο από ένα μηχανισμό επικοινωνίας –προπαγάνδας, κομματικός «στρατός» που στοχεύει πάντα να γίνει και μηχανισμός εξουσίας.
Τη διαδικασία αυτή την διευκολύνει η «πολιτική ως επάγγελμα» και η «επιστήμη ως επάγγελμα» σύμφωνα με τη Βεμπεριανή διατύπωση, αφού ο εργοδότης σε κάθε περίπτωση είναι η αγορά, το κράτος και οι «συντεχνίες» και όχι η κοινωνία στο σύνολό της.

 

Με άλλα λόγια, η διαμεσολάβηση των μηνυμάτων από τα συγκεντρωτικά μέσα επικοινωνίας καθορίζει και το περιεχόμενο του μηνύματος, όταν οι πολιτικοί πρωταγωνιστές, δημοσιογράφοι, επιστήμονες, διαμεσολαβητές και γενικότερα καθοδηγητές γνώμης μιλούν με γνώμονα τα συμφέροντα μιας πολιτικής τάξης και των οικονομικών ελίτ που αντιπροσωπεύουν. Εννοείται, βέβαια, ότι υπάρχουν πάντα και οι εξαιρέσεις και διατυπώνονται απόψεις για το καλό και το σύνολο της κοινωνίας, αλλά αυτό δεν αλλάζει το όλον και το χαρακτήρα των ΜΜΕ που είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οικονομικής ολιγαρχίας.
Όπως δεν αλλάζει ο χαρακτήρας του καπιταλισμού επειδή υπάρχουν ορισμένοι μεγιστάνες του πλούτου φιλάνθρωποι ή κάποιες φωτισμένες ελίτ που πιστεύουν στο νέο διαφωτισμό και το νέο κοινωνικό συμβόλαιο και τους επιτρέπεται να εκφραστούν. Τα ΜΜΕ και οι μηχανισμοί εξουσίας δεν φοβούνται σήμερα τη μεμονωμένη άποψη, όσο σπουδαία κι αν είναι, γιατί ελέγχουν τη συντριπτική ποσότητα των πληροφοριών και των απόψεων που διαδίδονται.
Το τεράστιο μέγεθος των κεφαλαίων που επενδύονται στην βιομηχανία ενημέρωσης και μια ολόκληρη επαγγελματική τάξη που απασχολείται στο χώρο εξασφαλίζει την επικοινωνιακή και ιδεολογική ηγεμονία.

 

Η βιομηχανία των ΜΜΕ επιλέγει και φιλτράρει τις πληροφορίες, δημιουργεί κοκτειλ από μισές αλήθειες, ερμηνείες και σχόλια, γεγονότα που είναι αδύνατον στο πολίτη να ελέγξει και να γίνει εκείνος ερευνητής ώστε να δει ολόκληρη την αλήθεια, ειδικά στα πολιτικά πράγματα. Ο συγκεντρωτισμός των μέσων, με άλλα λόγια, πάει παράλληλα με το συγκεντρωτισμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της οικονομικής δραστηριότητας στα χέρια των ολίγων.

 

Ο ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ

 

Το κράτος και η αγορά λειτουργώντας συγκεντρωτικά όπως και τα κόμματα έχουν ταυτιστεί με τις επιδιώξεις των ΜΜΕ, καθώς και με τις επιδιώξεις των μεγάλων επιχειρήσεων, και τραπεζών που τελικά αυτοί είναι οι χρηματοδότες τους, μέσω της διαφήμισης η και άλλων μη διαφανών διαδικασιών. Η εξάρτηση από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα οδηγεί στη πολιτική μονομέρεια και αυτό στη μονομέρεια της διάθεσης των πόρων στο συγκεντρωτισμό της οικονομικής ανάπτυξης, έτσι σε τομείς της οικονομίας που είναι αναγκαίοι αλλά δεν υπάρχουν υψηλά κέρδη δεν γίνονται καθόλου επενδύσεις.

 

Η ανθρωπότητα με αυτό τον τρόπο έχει εγκλωβιστεί στην αποκλειστικότητα δημιουργίας αγαθών από το κράτος και την αγορά και κατ’επέκταση απασχόλησης, σε μια εποχή που είναι επείγουσα η ανάγκη να ενισχυθούν εναλλακτικές μορφές απασχόλησης και η κοινωνική οικονομία.
Τελικά αυτό το κλίμα στρέβλωσης της ορθολογικής σκέψης είναι που εγκλωβίζει τις ηγεσίες και τις κυβερνήσεις στο αδιέξοδο της οικονομικής κρίσης, καθώς περιορίζεται η διαχείριση των ανθρώπινων πόρων στο σύστημα απασχόλησης του κράτους και της αγοράς, τα οποία όμως αντικειμενικά δεν μπορούν να απορροφήσουν όλο το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό, αλλά αντιθέτως προχωρούν σε όλο και περισσότερες απολύσεις και κοινωνικό αποκλεισμό.
Εάν αναζητήσουμε τα βαθύτερα αίτια και την γενεσιουργό αιτία, θα διαπιστώσουμε ότι εκτός από τη σημερινή στάση των μηχανισμών της εξουσίας το πρόβλημα ξεκίνησε από τη εποχή της εκβιομηχάνισης και συγκεντροποίησης της παραγωγής, που έφερε μαζικά τους πληθυσμούς στα μεγάλα αστικά κέντρα, καταστρέφοντας τις υποδομές αυταπασχόλησης που υπήρχαν στις παραδοσιακές κοινωνίες, χωρίς μακροχρόνιο σχεδιασμό για βιώσιμες πόλεις.
Τώρα με την αναγκαστική αποβιομηχάνιση που συντελείται σε μεγάλο βαθμό λόγω της πληροφορικής και της ρομποτικής, περιορίζονται οι ανάγκες για εργατικό προσωπικό, με αποτέλεσμα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού να μένει χωρίς δουλειά και να οδηγείται στον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό.

 

Από την άλλη πλευρά η μείωση της παραγωγικής βάσης της πραγματικής οικονομίας, η μείωση των απασχολούμενων και της επιχειρηματικότητας έχει ως συνέπεια τον περιορισμό της φορολογικής βάσης, τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τελικά τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους και των δημόσιων επενδύσεων.
Είναι αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να επανέλθει το κοινωνικό κράτος και οι παροχές των ασφαλιστικών ταμείων στο επίπεδο που είχαμε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, λαμβάνοντας υπόψη τα υψηλά επίπεδα ανεργίας που έχουμε σήμερα και άδεια τα κρατικά ταμεία. Ακόμη κι αν δεν υπήρχαν τα δημόσια ελλείμματα και το πλεονάζον εργατικό προσωπικό στο δημόσιο, ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους είναι και πάλι αναπόφευκτος, εφόσον περιορίζεται κατ’αυτό τον τρόπο η συμμετοχή της κοινωνίας στο παραγόμενο κοινωνικό προϊόν και συνεπώς μειώνεται και η φορολογική βάση.

 

Η φθίνουσα πορεία του κράτους πρόνοιας για τα επόμενα τουλάχιστον 50 χρόνια μοιάζει νομοτελειακά αναπότρεπτη, εάν δεν γίνουν ριζικές αλλαγές στην οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας και ειδικότερα στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, πέραν του κράτους και της αγοράς.
Παρ΄όλες αυτές τις αρνητικές προοπτικές, το κυρίαρχο επικοινωνιακό σύστημα καλλιεργεί αυταπάτες για το πώς μπορεί να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση και ανακυκλώνει διάφορες παρωχημένες συνταγές άλλοτε του νεοφιλελευθερισμού και άλλοτε του κευνσυανισμού.

 

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΓΚΥΛΩΣΕΙΣ.

 

Το άλλο ζήτημα που συνδέεται με τα μαζικά μέσα επικοινωνίας είναι η διαφάνεια και καταπολέμηση της διαφθοράς. Την ώρα που γράφεται αυτό το βιβλίο οι αποκαλύψεις της σκανδαλώδους διαπλοκής μεταξύ της οικονομικής ελίτ τραπεζιτών, εφοπλιστών, μεγαλοεπιχειρηματιών, μεταξύ media και δημοσιογράφων, λαμβάνουν προκλητικές διαστάσεις στην ροή του μαύρου χρήματος και από ότι διαπιστώνεται βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή με τις περιβόητες λίστες με καταθέσεις στο εξωτερικό και φοροδιαφυγή .
Ένα από τα πολλά «κόλπα» που αποκαλύπτονται στις μέρες μας με τις νομότυπες περίπλοκες συναλλαγές είναι ότι οι τράπεζες έδιναν δάνεια σε media και δημοσιογράφους χωρίς καμία εμπράγματη εγγύηση. Τα δάνεια που έπαιρναν έμπαιναν εγγυητές τραπεζίτες και όταν στη συνέχεια δεν τα εξοφλούσαν οι δανειολήπτες, τα κάλυπταν με περίτεχνους τρόπους οι ίδιοι οι τραπεζίτες.
Η σκοπιμότητα όλης αυτής της διαδικασίας είναι προφανής. Πρόκειται για ένα τέχνασμα ώστε να μην δίνονται απευθείας μίζες στους «διαμεσολαβητές» που είναι ποινικά κολάσιμες, αλλά να τα παίρνουν ως δάνεια χωρίς ποινικές κυρώσεις και χωρίς πρόβλημα με το πόθεν έσχες. Άψογο λοιπόν κόλπο για να χαρίζονται θαλασσοδάνεια χωρίς εγγυήσεις σε ανθρώπους των ΜΜΕ, αλλά για άλλες εποχές πριν την μεγάλη «φούσκα», όταν οι τράπεζες μπορούσαν να σκεπάζουν όλες αυτές τις κομπίνες.
Όμως σήμερα με το ένα τρίτο του πληθυσμού στην φτώχεια, το σκάνδαλο της εκτεταμένης αυτής διαφθοράς δεν μπορεί να καλυφθεί. Αυτές οι περιπτώσεις είναι μόνον ενδεικτικές, γιατί δεν υπάρχει χώρος που να μην έχει διαβρωθεί και ας μείνουμε μόνον στις μεγάλες κομπίνες με το ΕΣΠΑ και τα επιδοτούμενα προγράμματα, αφού τώρα αρχίζουν μόλις να αποκαλύπτονται.

 

Όλα αυτά τα συμπτώματα που χρειάζεται κανείς τόμους για να τα καταγράψει έχουν βαθύτερες ρίζες στην αποσάθρωση του συστήματος, την ηθική παρακμή, αλλά κυρίως οφείλεται στη μαζική κουλτούρα που λανσάρουν τα ΜΜΕ και η οποία είναι συνυφασμένη με την άνοδο της ασημαντότητας στο συλλογικό φαντασιακό της κοινωνίας, όπως διατύπωσε πριν από χρόνια ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο ομώνυμο βιβλίο του.
Πρόκειται για την καλλιέργεια της συλλογικής αυταπάτης του καταναλωτισμού, που βρήκε έδαφος για να αναπτυχθεί μέσω της ψευδεπιστήμης της οικονομίας και της επιστημονικοποίησης της ιδεολογίας, θεωρίες που αναπτύχθηκαν με πρόσχημα τον ορθολογισμό. Μια μαζική κουλτούρα που έδωσε την ευκαιρία στις πολιτικές και οικονομικές ελίτ να λεηλατήσουν το μέλλον της κοινωνίας.
Η μαζική κουλτούρα βεβαίως, αντλεί το υλικό της ακόμη και από τις άλλοτε επαναστατικές θεωρίες. Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι ολόκληρη την περίοδο της νεωτερικότητας με βάση το κυρίαρχο πνεύμα του Διαφωτισμού και την επικράτηση του ορθολογισμού, που εκτός από τις φυσικές επιστήμες, έγινε μια προσπάθεια επιστημονικοποίησης της οικονομίας και κατ’επέκταση της ιδεολογίας.
Μια προσπάθεια δηλαδή να εξηγηθεί η ιστορία με την φυσική αιτιοκρατία και ιστορικές νομοτέλειες, που αναπόφευκτα κατέληξαν σε προφητείες και δόγματα. Η ιστορία εκ των υστέρων μας έδειξε ότι δεν υπάρχουν πλήρως αντιστοιχίες με αυτά που συμβαίνουν στη φύση να ισχύουν και στις ανθρώπινες σχέσεις.
Ο άνθρωπος μπορεί να είναι λύκος για τον συνάνθρωπό του, όπως ισχυρίζονται οι θεωρητικοί της ελεύθερης ανταγωνιστικής αγοράς, αλλά μπορεί να είναι και συνεργατικός όπως οι μέλισσες. Ποια τάση τελικά επικρατεί εξαρτάται από την ιδεολογία, την ηθική και την επικοινωνία.

 

Οι δυο βασικοί κλασσικοί στη θεωρία της οικονομίας, ο Άνταμ Σμίθ ως θεωρητικός της οικονομίας της αγοράς και ο Μάρξ ως θεωρητικός του επιστημονικού σοσιαλισμού, δεν απέφυγαν τελικά την μεταφορά της αιτιοκρατίας της φύσης στην οικονομική ιστορία και για αυτό οι διδασκαλίες τους κατέληξαν σε δόγματα που εν μέρει μόνον μπορούν να διαφωτίσουν τις εξελίξεις της ιστορίας.
Όταν προβάλλονται μονομερώς αυτά τα δόγματα της οικονομίας, του κράτους και της αγοράς, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτά άλλοτε εκκολάπτουν και άλλοτε προστατεύουν την αρπακτικότητα της κάθε οικονομικής ή γραφειοκρατικής ολιγαρχίας, αποδυναμώνοντας την ίδια την κοινωνία.

 

Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ

 

Η κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού και η μεγάλη κρίση, που διέρχεται σήμερα ο παγκόσμιος καπιταλισμός χωρίς αντίπαλο δέος, δείχνει ότι ούτε ο καπιταλισμός ούτε ο «υπαρκτός» σοσιαλισμός όπως εφαρμόστηκαν είναι οι μοναδικές επιλογές που μπορεί να είναι βιώσιμος στην ιστορία. Αντιθέτως αυτές οι επιλογές είναι που οδήγησαν στη σημερινή κρίση.
Πολύ περισσότερο δε, όταν σκεφτούμε ότι από τον πόλεμο και μετά για 70 χρόνια αυτό που είχαμε στην Δύση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα κράμα καπιταλισμού και κρατισμού με την οικονομική ηγεμονία βέβαια του καπιταλιστικού συστήματος, δεδομένου ότι σε πολλές χώρες ο δημόσιος τομέας από 10-15% που ήταν πριν τον πόλεμο έφτασε στο 50% έως 60%, μετά την δεκαετία του ΄80.
Αυτό το μάγμα θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε ως ένα άτυπο ιστορικό συμβιβασμό μεταξύ πολιτικών δυνάμεων που κινούνται ανάμεσα στον κρατικό παρεμβατισμό και την ελεύθερη αγορά. Συμβιβασμό που εξασφάλισε ένα κοινωνικό συμβόλαιο τουλάχιστον μέχρι την δεκαετία του ’90 στο επίπεδο της οικονομίας. Όταν ο καπιταλισμός έχασε τον ανταγωνιστή του είχαμε επαναφορά του νεοφιλελευθερισμού και τη μείωση των κρατικών δαπανών και την υποχώρηση του κράτους πρόνοιας, με αποτέλεσμα αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο να φθίνει σε όλη την οικονομικά προηγμένη Δύση.
Η οικονομική κρίση των αγορών το 2007 με το σκάσιμο της μεγάλης «φούσκας» των τραπεζών, δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες. Ο μεγάλος ασθενής τώρα είναι όχι μόνον τα κράτη αλλά οι αγορές και οι τράπεζες. Η αντιμετώπιση της κρίσης και των μέγιστων προβλημάτων της ανεργίας και της φτώχειας αναγκάζει τις κοινωνίες να στραφούν σε επιλογές όπως είναι η κοινωνική οικονομία, διεκδικώντας ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, αφήνοντας πίσω τις δογματικές αφηγήσεις της οικονομίας και της ιστορίας και της σκοπιμότητας της επικοινωνίας των κερδοσκόπων.
Ο πραγματισμός εδώ ενός ιστορικού συμβιβασμού που αποσκοπεί σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο δεν μπορεί να τίθεται όπως συνήθως γίνεται ως άλλοθι ιδεολογικής απονέκρωσης των κομμάτων και της κοινωνίας για να γίνεται πιο εύκολα το ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και επιχειρήσεων, π.χ. ιδιωτικοποίηση του νερού και άλλων κοινωφελών αγαθών και εκεί που δεν αποδίδουν να τις φορτώνεται το κράτος ως προβληματικές.
Οι ιδεολογίες χρειάζονται ως αρχές, όπως και προγραμματισμός για την αποτελεσματικότητά του στη διαχείριση κάτω από τη διαρκή επαγρύπνηση των πολιτών που εκφράζονται μέσω της συμμετοχικής δημοκρατίας και των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών.

 

Ποιο επικοινωνιακό σύστημα θα ήθελε να επικοινωνήσει τις παραπάνω παραδοχές χωρίς εξαρτήσεις; Ασφαλώς όχι τα Μ.Μ.Ε. που ελέγχονται από την οικονομκή ολιγαρχία. Το εναλλακτικό επικοινωνιακό σύστημα, η οριζόντια επικοινωνία της κοινωνίας πολιτών είναι μια άλλη αφήγηση από τα κάτω που ιστορικά πλέον έχει κάνει την εμφάνισή της. Η οργανωμένη κοινωνία πολιτών, η οριζόντια δικτύωση συν η αξιοποίηση του διαδικτύου, είναι ένα άλλο επικοινωνιακό «μέσον», ένα μεσολογικό φαινομένο της εποχής μας. Το κυριότερο «κανάλι» μετάδοσης καλών πρακτικών και χρηστικής ενημέρωσης, γνώσης και τεχνογνωσίας.
Αυτό το «μέσον» μετάδοσης με την ενεργοποίηση των ίδιων των πολιτών είναι ακόμη πιο σημαντικό, καθώς διαμορφώνει ένα οριζόντιο επικοινωνιακό σύστημα στήριξης της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, το οποίο εκτός των άλλων δημιουργεί απασχόληση πέρα από το κράτος και την αγορά.
Πρόκειται για ένα επικοινωνιακό σύστημα προώθησης ανθρωπιστικών, κοινωφελών, οικολογικών δράσεων και καλών πρακτικών, το οποίο δεν περιορίζεται ασφαλώς στη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και όποτε αυτή είναι διαθέσιμη), αλλά τροφοδοτείται από τον εθελοντισμό και το συνεργατικό πνεύμα των ίδιων των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών για την προώθηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Το κυριότερο πλεονεκτημά του είναι η αξιοποίηση των υλικών και ανθρώπινων πόρων που λιμνάζουν.
Δημοσιογραφία Πολιτών, δικτυότοποι, social Media, bloggers είναι μια άλλη τάξη πραγμάτων στη διαχείριση της επικοινωνίας. Το διαδίκτυο τελικά με τα κοινωνικά δίκτυα είναι το «μέσον» που συμβάλλει καταλυτικά στην συγκρότηση κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου και με αυτό τον τρόπο η συλλογική δημιουργία αντιπαρέρχεται την αδράνεια που σχεδόν επιβάλλεται από τον οικονομικό αποκλεισμό.
Αυτή η διαδικασία φέρνει μια ανατρεπτική αντίληψη απέναντι σε ένα κυρίαρχο επικοινωνιακό σύστημα, που έχει κάνει «κατάληψη» στο συλλογικό φαντασιακό της κοινωνίας με τον ατομικισμό και τον καταναλωτισμό, προβάλλοντας ως μοναδική αξία την ανταγωνιστικότητα σε όλα τα επίπεδα της μαζικής κουλτούρας.
Με αυτή την έννοια οι κοινωνίες εάν θέλουν να αποτρέψουν τις δυσμενείς εξελίξεις, πρέπει άμεσα να κινητοποιηθούν, να αυτοοργανωθούν και να επιχειρήσουν με νέα αναπτυξιακά εργαλεία επιχειρηματικότητας, όχι σε αντιπαράθεση αλλά συμπληρωματικά, δημιουργώντας νέες συνθήκες, νέα προϊόντα και υπηρεσίες για απασχόληση και αυταπασχόληση.
Σε σχέση με αυτούς που ρωτούν πως θα μπορέσει η κοινωνία να αυτοοργανωθεί και να επιχειρήσει από τα κάτω, αφού οι άνθρωποι από την φύση τους είναι ανταγωνιστικοί, η απάντηση είναι: η ανθρωπότητα επιβίωσε και αναπτύχθηκε για αιώνες πριν την πρώτη και δεύτερη βιομηχανική επανάσταση χωρίς την καθολικότητα της αγοράς, με περιορισμένη παρουσία του κράτους στην παραγωγή και χωρίς παροχή κοινωνικής ασφάλειας.
Σήμερα οι κοινωνίες έχοντας στη διάθεσή τους ασύλληπτες τεχνολογικές δυνατότητες και επιπλέον δυνατότητες οριζόντιας επικοινωνίας και διαρκούς επιμόρφωσης, μπορούν να καλύψουν το κενό που αφήνει η υποχώρηση του κράτους πρόνοιας και δυσλειτουργίες της αγοράς, φθάνει να μπορούν να αυτοδιαχειριστούν τα μέσα παραγωγής και επικοινωνίας.
Το κενό αυτό επίσης μπορεί να καλυφθεί με τις οργανωτικές μορφές παραγωγής της κοινωνικής οικονομίας, που πριν από όλα χρειάζεται ένα συγκροτημένο επικοινωνιακό σύστημα με την συμμετοχή της ολότητας της κοινωνίας πολιτών, όπως σκιαγραφήσαμε στα προηγούμενα κεφάλαια.
Η ομοσπονδιοποίηση των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών, οι κοινωνικές Συμπράξεις, οι Συνεταιρισμοί και οι ενώσεις όλων αυτών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αναληφθούν πρωτοβουλίες σημαντικής κλίμακας και να επιβιώσουν οι κοινωνικές επιχειρήσεις σε συνθήκες εξωτερικής ανταγωνιστικότητας.
Ο συνεργατισμός είναι προϋπόθεση ανθεκτικότητας, αλλά και ο τρόπος συγκέντρωσης κοινωνικού κεφαλαίου, που είναι τελικά και το αντιστάθμισμα στις απαιτήσεις συγκέντρωσης οικονομικού κεφαλαίου για την δημιουργία νέων επιχειρήσεων.

 

Εν κατακλείδι, ο ρόλος της επικοινωνίας είναι καθοριστικός για ένα σύστημα επικοινωνίας το οποίο θα εκπορεύεται από την οργανωμένη κοινωνία πολιτών για τα συμφέροντα όλης της κοινωνίας. Μπορεί να κάνει την ρήξη με τις αυταπάτες που μας δημιουργούν οι οικονομικές θεωρίες της πρώιμης νεωτερικότητας στα χέρια των επιτήδειων «διανοουμένων» και καθοδηγητών γνώμης, που υπηρετούν τις μειοψηφίες της οικονομικής εξουσίας.
Απέναντι στις τεχνικές με τις ανθρώπινες μηχανές που χρησιμοποιούν τα αυταρχικά μέσα επικοινωνίας, υπάρχει το οριζόντιο επικοινωνιακό σύστημα που χρησιμοποιεί τα κοινωνικά δίκτυα και όχι τους επαγγελματίες που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, αλλά τον εθελοντισμό της κοινωνίας στη διάδοση και διαχείριση γνώσης και πληροφορίας. Αυτό το επικοινωνιακό σύστημα έχει μια άλλη ποιότητα.
Με αυτή την έννοια η θεωρία της επικοινωνίας του Μακ Λούαν είναι διαφωτιστική για τις θεωρίες και τα δόγματα που ορίζουν τα μαζικά μέσα επικοινωνίας. Αναφέρεται στα μέσα που είναι στα χέρια των οικονομικών ελίτ και με το χρήμα κατασκευάζουν κοινωνική συναίνεση και αιχμαλωτίζουν συνειδήσεις.
Όταν όμως η οργανωμένη κοινωνία πολιτών είναι από μόνη της το «μέσον», τότε το «μήνυμα» μπορεί να γίνει ο συνεργατισμός και η κοινωνική οικονομία για πιο δίκαιη και οικονομικά βιώσιμη κοινωνία στην εποχή μας.
Έτσι , η διαλεκτική σχέση του «μέσου» με το «μήνυμα» μπορεί να λειτουργήσει και αντίστροφα – αναδραστικά, όπως γίνεται στην επικοινωνία της αλληλόδρασης, να προκαλέσει διαδικασίες οργανωτικής επικοινωνίας στη βάση της κοινωνίας.
Το «μήνυμα» μπορεί να δημιουργήσει και να καθορίσει το «μέσον», όπως έγινε αρκετές φορές στην ιστορία σε περιόδους εστιγμένης (διακοπτόμενης) ισορροπίας. Να εμπνεύσει διαδικασίες αυτοργάνωσης από την κοινωνική βάση.
Ο Χριστιανισμός ως κίνημα πρώτα εκφράστηκε με το «μήνυμα» του Ευαγγελίου κι έπειτα εξελίχθηκε το «μέσον» διάδοσης του μηνύματος, που είναι με κοσμικούς όρους η εκκλησία.
Η Γαλλική επανάσταση προέκυψε αφού πρώτα διατυπώθηκε το μήνυμα και οι ιδέες του διαφωτισμού και κατόπιν διαδόθηκαν αυτές οι ιδέες στη λαϊκή βάση και έγιναν κίνημα.
Στο σοσιαλιστικό κίνημα αναπτύχθηκε αφού πρώτα το κομουνιστικό μανιφέστο του Μαρξ συμπύκνωσε το μήνυμα και έπειτα διαμεσολάβησαν τα σοσιαλιστικά κόμματα και η σοσιαλιστική διεθνής αυτό το μήνυμα.
Σε μια μεταβατική περίοδο, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα, γενικευμένης κρίσης, το «μήνυμα» του συνεργατισμού και της κοινωνικής οικονομίας αναδεικνύει την οργανωμένη κοινωνία πολιτών ως «μέσον» και κινητήρια δύναμη κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.

Πηγή

www.epikairo.gr