Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ

Στο χώρο της Τ.Α είναι γνωστό ότι, μετά την κρίση  μειώθηκε η χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους στο 40% του προϋπολογισμού που υπήρχε πριν από την κρίση. Δεδομένων των ανελαστικών υποχρεώσεων της πάγιας λειτουργίας και μισθοδοσίας οι περικοπές έγιναν κυρίως στα αναπτυξιακά έργα. Πολλές υποδομές, κτίρια και δημόσιοι χώροι μένουν ανενεργοί. Από την άλλη πλευρά τα δημοτικά τέλη που χρεώνουν τους δημότες παρέμειναν σταθερά παρά την καθίζηση κατά 25% της οικονομίας. Με αυτά τα δεδομένα οι δημότες βγαίνουν διπλά ζημιωμένοι, πληρώνοντας περισσότερους αναλογικά δημοτικούς φόρους και απολαμβάνοντας λιγότερες κοινωνικές υπηρεσίες.

Ο βασικότερος όμως λόγος που η Τ.Α παραμένει καθηλωμένη είναι το έλλειμμα κοινωνικής και οργανωτικής καινοτομίας που υπάρχει στη χώρα μας σε σχέση με την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Η αδυναμία δηλαδή των Δήμων να κινητοποιήσουν και να αξιοποιήσουν τους ανενεργούς υλικούς και ανθρώπινους πόρους που διαθέτουν σε μια σειρά από τομείς. Σε εκτάσεις, κτίρια, αγροκτήματα, σχολάζουσες γαίες, δασικές εκτάσεις, πάρκα, πάγιο εξοπλισμό που θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν μέσω της  την κοινωνικής επιχειρηματικότητας και να  δοθούν ισχυρά κίνητρα για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Δεδομένου μάλιστα ότι, οι υφιστάμενες  υλικές και ανθρώπινες υποδομές είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν με τη  περεταίρω διεύρυνση της μισθωτής εργασίας στο δημόσιο και τους Δήμους, είναι αναγκαίες  οι συνέργειες με τις κοινωνικές επιχειρήσεις ως μόνη εναλλακτική συνθήκη στη παραγωγική ανασυγκρότηση και απασχόληση. Κι αυτό οφείλεται  στη δυνατότητα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας να  στηρίζεται στο Κοινωνικό Συνεργατικό Κεφάλαιο κάθε περιοχής, στις επενδύσεις και  συγχρηματοδοτήσεις από το Ευρωπαϊκό κοινωνικό ταμείο και το ΕΣΠΑ, με το πλεονέκτημα της κοινωνικής συμμετοχής που συγκροτεί κοινωνικό κεφάλαιο. Για παράδειγμα οι επιδοτήσεις ανεργίας μπορούν σε μεγάλο βαθμό να γίνουν επιδοτήσεις κοινωνικές επιχειρήσεις πολλαπλασιάζοντας το αποτέλεσμα των εισοδηματικών ενισχύσεων.

Δεδομένου ότι  η πολιτική για την κοινωνική οικονομία στη χώρα μας είναι υποτυπώδης, οι Δήμοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τους πόρους από το ΕΣΠΑ που αναλογούν στην κοινωνική οικονομία η οποία στο τέλος –τέλος είναι αναγκαία συνθήκη για το όλον της οικονομίας:

–  για την ενίσχυση της Απασχόλησης

–  για την Τοπική Ανάπτυξη και τους Δήμους

–  για το ενεργειακό μέλλον και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.

–  Για τον πολιτισμό και τον εναλλακτικό τουρισμό

–  για την οικολογία και την ποιότητα ζωής

–  Για την ενίσχυση του  κοινωνικού μισθού (παροχές δωρεάν η  με ελάχιστο κόστος)

–  για τον περιορισμό της κερδοσκοπίας και διαφθοράς και  βελτίωση των συστημάτων  υγείας και την παιδείας.

Επιπλέον, για αυτή την υπόθεση αναγκαία συνθήκη είναι   η  προώθηση της δημόσιας διαβούλευσης ώστε, να δημιουργηθούν «Τοπικές Κοινωνικές Συμπράξεις με την Τ.Α, με στόχο  τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, διασφαλίζοντας κοινωνική συναίνεση και ταυτόχρονα ένα αξιοκρατικό σύστημα της Κοινωνικής Οικονομίας.

Στρατηγικοί στόχοι αυτής της πολιτικής για την Κοινωνική Οικονομία είναι αφ΄ενός η ενίσχυση των Κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων και αφ΄ετέρου η ενίσχυση με εναλλακτικά μέσα των κοινωνικών υπηρεσιών της Τοπικής Απασχόλησης.

Αναγκαία προϋπόθεση είναι η καταγραφή των διαθέσιμων πόρων ώστε να λειτουργήσει  ως διαγνωστικό εργαλείο αναγκών των Δημοτικών Συμβουλίων των Δήμων και άλλων τοπικών φορέων για την αξιοποίηση  των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής.

Συνίσταται  επίσης για τον συντονισμό και  την κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων, προσφέροντας την  δυνατότητα να πυροδοτήσει το ενδιαφέρον του δραστήριου νεανικού δυναμικού και των τοπικών κοινωνιών στο σύνολό τους, για την εισαγωγή νέων πρωτότυπων στοιχείων στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα με αποτέλεσμα να συσφίξει τους κοινωνικούς δεσμούς και τα κοινωνικά δίκτυα.

Γενικότερα οι προβλέψεις για την Κοινωνική οικονομία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ότι, μπορεί εκτιναχθεί στο ένα 1/3 του συνόλου της οικονομίας τα επόμενα 20-30 χρόνια. Κι αυτό θα συμβεί κατά ανάγκη υπό δύο προϋποθέσεις.  Πρώτον όταν ο κόστος της ενέργειας, της παραγωγής  και των επικοινωνιών συνεχίσει να μειώνεται  στο ελάχιστο.  Όταν το διαδίκτυο επικοινωνίας και το διαδίκτυο των πραγμάτων επιδράσει ακόμη πιο καταλυτικά σε μια σειρά βιομηχανίες όπως έχει επιδράσει σήμερα στις μουσική βιομηχανία, π.χ στη βιομηχανία της εκπαίδευσης της υγείας, στις τράπεζες και τόσους άλλους τομείς.  Και δεύτερον όταν οι όλες οι συλλογικές οργανώσεις της κοινωνίας παίξουν το ρόλο του συλλογικού υποκειμένου της επιχειρηματικότητας σε όλους τους τομείς που προαναφέραμε μέχρι τις τράπεζες και τα αλληλοασφαλιστικά ταμεία.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και η τοπική κοινωνία μέσα από αυτή την προσέγγιση και διαδικασία μπορεί να δώσει μια ουσιαστική απάντηση για το μέλλον.*Ο Στέρτσος Χαράλαμπος είναι Κοινωνιολόγος και υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος στο Περιστέρι με το συνδυασμό «Πέρασμα σε Νέα Σελίδα» του Βασίλη Μουκουβίνα