Η σταυροφορία του Μανώλη Γλέζου

Αναδημοσίευση από tanea.gr

Ρεπορτάζ Νικόλας Ζώης

Μήπως η διεκδίκηση της καταβολής πολλών δισ. από τη Γερμανία πρέπει να συζητηθεί λίγο πιο σοβαρά;

Ακόμη και ο επικεφαλής της Ομάδας Δράσης της ΕΕ ασχολήθηκε με το θέμα. Κι ας πάνε χρόνια που αγωνίζεται γι’ αυτό ο βουλευτής και αντιστασιακός Μανώλης Γλέζος. Το μελετά επίσης ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ, φθάνοντας βέβαια σε λιγάκι διαφορετικά συμπεράσματα. Μήπως όμως η καταβολή στην Ελλάδα των γερμανικών αποζημιώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου, πρέπει να συζητηθεί λίγο πιο σοβαρά;

Η αφορμή για να περάσει την πόρτα του σπιτιού του Μανώλη Γλέζου κοτζάμ Χορστ Ράιχενμπαχ, ένα από τα τελευταία απογεύματα του Νοεμβρίου, ήταν το πρόσφατο βιβλίο του πρώτου για τις οφειλές της Γερμανίας στην Ελλάδα. Τίτλος του «Και ένα μάρκο να ήταν…». Ας μείνουμε για λίγο σε αυτό. Φανερώνει ότι το ζήτημα είναι κυρίως ηθικό; «Ολα τα ζητήματα είναι πάνω από όλα ηθικά», λέει στα «ΝΕΑ» ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. «Και ένα μάρκο να χρωστούσε η Γερμανία, θα όφειλε να το δώσει ως εγγύηση ότι στο μέλλον δεν θα διαπράξει παρόμοια ανοσιουργήματα». Τα οποία ο Γλέζος καταγράφει αναλυτικά στο βιβλίο του. Αυτό πάντως που πάνω από όλα έκανε τον Ράιχενμπαχ να κουνά καταφατικά το κεφάλι ήταν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, οι εκκρεμούσες για αυτά τα ανοσιουργήματα γερμανικές οφειλές στην Ελλάδα.

Συνοπτικά, σύμφωνα με το βιβλίο, οι επανορθώσεις από τη μια που επιδίκασε στη Γερμανία η Διασυμμαχική Επιτροπή στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1946 άγγιξαν  τα 7,1 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας του 1938. Με σημερινά χρήματα, μιλάμε για 108 δισ. ευρώ, άνευ τόκων. Το κατοχικό αναγκαστικό δάνειο, από την άλλη, ανήλθε στα 3,5 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας πάλι του ’38, και τα οποία σήμερα αγγίζουν τα 54 δισ. ευρώ, επίσης χωρίς τόκους. Χώρια η λεηλασία αρχαιολογικών θησαυρών, που οι κατοχικές δυνάμεις έκαναν δώρο στον εαυτό τους. Χώρια οι αποζημιώσεις προσώπων για εγκλήματα του Διεθνούς Δικαίου, όπως οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, ή οι συγγενείς των θυμάτων σε Δίστομο, Λυγκιάδες, Καλάβρυτα, υποθέσεις που πήραν τον δικό τους πικρό δρόμο. Οσο για τις αναβολές καταβολής των οφειλών, λ.χ. με τη Συμφωνία του Λονδίνου το ’53 ή τη Συμφωνία 2+4 στη Μόσχα το ’90, είναι αυτό ακριβώς: αναβολές και όχι ακυρώσεις. Εξάλλου, «η μόνη χώρα που δεν εισέπραξε από τη Γερμανία αυτά που της οφείλει είναι η Ελλάδα. Γιατί λοιπόν», αναρωτιέται σήμερα ο Γλέζος, «να δείξουν μόνο στην Ελλάδα αυτή τη συμπεριφορά;».

Η εικόνα που έχει για αυτά ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ είναι κάπως διαφορετική. Σε παλαιότερες αναφορές του εξηγούσε μεταξύ άλλων ότι οι Σύμμαχοι, τον Ιανουάριο του ’46 στο Παρίσι, με ηθελημένη ασάφεια, δεν πήραν καμία απόφαση για πληρωτέα ποσά, αλλά μόνο για ποσοστά, για μερίδια σε μια πίτα που κανείς δεν ήξερε το μέγεθός της και που με τα δεδομένα της εποχής αποδείχθηκε γρήγορα πολύ ισχνή. Η δε Συμφωνία του Λονδίνου συνδύαζε τη μη παρέμβαση στο ζήτημα των επανορθώσεων, με την επ’ αόριστον αναβολή της ρύθμισης. Το 2010, σε συνέντευξή του στο γερμανικό ραδιόφωνο, έλεγε ο Φλάισερ: «Οι αποζημιώσεις – προσπαθώ να το κάνω σαφές και σε έλληνες συνομιλητές και σε πολιτικούς – στις παρούσες συνθήκες είναι σκέτη σαχλαμάρα. Ετσι όπως το βλέπω, η Ελλάδα θα όφειλε εδώ και καιρό να παραιτηθεί επισήμως από αυτές, αλλά με την παράκληση ή τον όρο ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε ότι η γερμανική πλευρά θα καθήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων σχετικά με το ζήτημα του δανείου. Διότι το γερμανικό επιχείρημα είναι πάντοτε “αποζημιώσεις καταβάλλονται απ’ τους ηττημένους προς τους νικητές, αλλά στο μεταξύ δεν είμαστε πια ηττημένοι, αλλά εταίροι και φίλοι σας”. Τα χρέη όμως τα εξοφλεί κανείς ακόμα κι όταν χρωστά σε φίλους».

Και ποιο είναι το ύψος του κατοχικού δανείου; «Ο καθένας λέει ό,τι θέλει», έλεγε ο ιστορικός τις προάλλες στα «ΝΕΑ». «Είναι δύσκολο να υπολογιστεί, γιατί η Γερμανία έπαιρνε πληθωριστικά χρήματα από τα τραπεζικά ταμεία συνεχώς, από το 1941 έως το 1944. Υπάρχει όμως μπούσουλας. Σε μια έρευνά μου ανακάλυψα στα υπόγεια των γερμανικών ομοσπονδιακών αρχείων μια ξεχασμένη οικονομική έκθεση διακοσίων σελίδων για την Κατοχή στην Ελλάδα. Εκθεση του ’45, ακριβώς μετά την απελευθέρωση, συνταγμένη από τις οικονομικές κρατικές υπηρεσίες και την κεντρική τράπεζα του Ράιχ. Εκεί, και μάλιστα για “μελλοντική χρήση”, όπως γράφουν, υπολογίζουν το σχετικό ποσό σε 476 εκατ. μάρκα της εποχής, άτοκα. Υπολογίζω ότι, άτοκα, το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 7 δισ. ευρώ σημερινά. Αλλά πώς να μην τα δώσεις άτοκα όταν έχεις το πιστόλι στον κρόταφο; Αρα, θα ήταν εύλογο να ζητηθεί τόκος, οπότε το ποσό είναι οπωσδήποτε τριψήφιο. Δηλαδή το λιγότερο 100 δισ. ευρώ».

 

Δύο, λοιπόν, χοντρικά οι απόψεις. Τουλάχιστον 108+54 δισ. άτοκα ο ένας, κάτι παραπάνω από 100 δισ. ο άλλος. Ενα σημείο που σαν να μοιάζουν να συμφωνούν είναι η ολιγωρία των ελληνικών κυβερνήσεων. «Από το ’90 και μετά, δεν τόλμησαν αρκετά. Αρκέστηκαν να δηλώνουν πως δεν παραιτούνται», δήλωνε προ ημερών ο Φλάισερ. «Χρησιμοποιήθηκε ολόκληρο το λεξιλόγιο της διπλωματικής γλώσσας για να πουν ότι δεν παραιτούνται, αλλά αναμένουν την ειδική συγκυρία. Ε, πότε, τέλος πάντων, θα έρθει αυτή;» απορεί ο Γλέζος, που σημειωτέον, το 1996 συνίδρυσε το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα.

Και αν τελικά έρθει η συγκυρία, αλλά αναγκαστεί να τα πληρώσει όλα ο γερμανικός λαός; «Μα δεν ζητάμε εκδίκηση, ρε παιδιά», απαντάει ο Γλέζος. «Περισσότερη ανταπόκριση όμως βρίσκουν εκεί τα αιτήματά μας, παρά εδώ. Προτείνουμε επίσης να καταβληθούν οι αποζημιώσεις με τη χορήγηση υποτροφιών για σπουδές στη Γερμανία, με μεταφορά τεχνογνωσίας, με ανάληψη των εξόδων για την εκτέλεση έργων υποδομής από γερμανικές εταιρείες στην Ελλάδα».

Οσο για την πρόσφατη συγκρότηση ομάδας εργασίας με αντικείμενο την έρευνα των αρχείων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ο Γλέζος ευελπιστεί ότι αυτή δεν θα γίνει «αποκούμπι» για άλλη μια αναβολή του θέματος. Εκείνος θα συνεχίσει, έτσι κι αλλιώς. «Αυτό που με ενθαρρύνει», λέει, «είναι οι αγωνιστές που πέθαναν στα χέρια μου. Τι θα απαντήσω σε εκείνους;».