Το Πεδίον του Άρεως. Η έναρξη των διαδικασιών ανάπλασης το 1933

Γράφει η Νάνσυ Οικονόμου

Πολιτικός Επιστήμων

Το Πεδίον του Άρεως αποτελεί κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια άλση της Αθήνας και σημαντικός πνεύμονας πρασίνου. 

Το άλσος του Πεδίου του Άρεως εντάχθηκε ως κοινόχρηστος χώρος στο Σχέδιο Πόλεως το 1887 και κηρύχθηκε δασωτέα έκταση το 1902. Ξεκίνησαν διαδικασίες σχεδιασμού το 1934, με σκοπό να τιμηθούν οι Ήρωες της Επανάστασης του 1821. Για το λόγο αυτό, είναι διακοσμημένο με τις μαρμάρινες προτομές των 21 ηρώων κατά μήκος της λεγόμενης οδού Αγωνιστών του 21.

Το πάρκο έχει έκταση 277 στρεμμάτων. Περικλείεται από τις οδούς Μαυρομματαίων, Ευελπίδων, Πριγκιποννήσων και από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Στην είσοδο του άλσους, βρίσκεται ο έφιππος ανδριάντας του στρατηλάτη Βασιλιά Κωνσταντίνου Α’. Στην πλευρά επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, υπάρχει το μνημείο των πεσόντων Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών με το άγαλμα της Αθηνάς πάνω σε ψηλό βάθρο. Μέσα στο πάρκο υπάρχουν επίσης δύο ναοί, το μνημείο του Ιερού Λόχου, μια παιδική χαρά και το ανοιχτό αμφιθέατρο “Αλίκη”, που χρησιμοποιείται ενίοτε για παραστάσεις, εκδηλώσεις ή συναυλίες. Επίσης στο χώρο αυτό βρίσκεται το ιστορικό αναψυκτήριο της Αθήνας, το “Γκριν Παρκ”.

Φυσική συνέχεια του Πεδίου του Άρεως αποτελεί η πλατεία Πρωτομαγιάς με εμβαδόν περίπου 25 στρεμμάτων.

Το 1927 ο χώρος του Πεδίου του Άρεως, που από την εποχή του Όθωνα ήταν ο κύριος τόπος αναψυχής των Αθηναίων, παραχωρήθηκε στην ιδρυθείσα τότε “Επιτροπή Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών Αθηνών” με σκοπό τη μεταβολή του σε άλσος, όπως ο τότε Εθνικός κήπος. Η Επιτροπή όμως εκείνη, με Πρόεδρο τον Π. Καλλιγά, φρόντισε πρώτα να βελτιώσει τον κήπο του Θησείου και τον Εθνικό κήπο, και έξι χρόνια μετά, το 1933, με τους μικρούς πόρους που διέθετε αποφάσισε να κάνει την έναρξη εργασιών ανάπλασης και δενδροφύτευσης, με διοικητικά εμπόδια και μεγάλη έλλειψης χρημάτων για τη συνέχιση του έργου. Έτσι με το υπ΄ αριθμ. 6171 νόμο του 1934, το “Ειδικό Ταμείο Μονίμων Οδοστρωμάτων Αθηνών” ανάλαβε να καταβάλει τα έξοδα, ενώ η κυριότητα του άλσους δόθηκε στο Δήμο Αθηναίων, που συνέβαλε στο στάδιο της μελέτης και της δημιουργίας.

Για την σύνταξη της μελέτης συστήθηκε ειδική επιτροπή με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, όπου ανατέθηκε στον τότε διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών Αν. Δημητρακόπουλο να συντάξει το γενικό σχέδιο του άλσους. Λαμβάνοντας υπόψη τα τότε σχέδια των αγγλικών και γαλλικών αλσών, συνέταξε το νέο σχέδιο που αποτελεί συνδυασμό των ρυθμών εκείνων και η εκτέλεσή του ανατέθηκε στον γεωπόνο Ν. Βοσυνιώτη. Μάλιστα είχε ληφθεί μέριμνα να μην εμποδίζεται από τα διάφορα κεντρικά σημεία του άλσους η θέα της Ακρόπολης, χωρίς να διασφαλίσουν όμως και το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος ανοικοδόμησης των γύρω οικοπέδων.

Έτσι οι εργασίες δενδροφύτευσης και ανάπλασης άρχισαν πραγματικά το 1935 και συνεχίσθηκαν επί κυβερνήσεως Ι. Μεταξά μέχρι το 1940, όταν και κηρύχθηκε ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος. Στη πενταετία εκείνη φυτεύτηκαν περίπου 46.000 δένδρα και θάμνοι. Κατά το σχέδιο, ακολουθήθηκε η δενδροφύτευση φυλλοβόλων δένδρων προκειμένου το καλοκαίρι να προσφέρουν πλούσια σκιά, και τον χειμώνα να μην εμποδίζονται οι ακτίνες του ήλιου. Στη κεντρική πλατεία του άλσους τοποθετήθηκε συντριβάνι και γύρω φυτεύτηκαν ανάλογα μεσογειακά φυτά, έτσι ώστε να παρουσιάζουν δένδρα, θάμνοι και λουλούδια, τους ωραιότερους και φυσικότερους συνδυασμούς χρωμάτων κατά τις διάφορες εποχές. Μετά την απελευθέρωση τον Οκτώβριο του 1944, εξασφαλίσθηκε η άρδευση του άλσους και οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1949.