Γράφει ο Φώτης Παπαϊωάννου,
Κοινωνιολόγος – Ερευνητής
Με τον όρο “ηλεκτρονική υγεία” (eHealth), καλύπτεται ένα τεράστιο φάσμα εργαλείων βασισμένων στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών που αποσκοπούν στην καλύτερη πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία, παρακολούθηση και διαχείριση της υγείας και του τρόπου ζωής.
Στο εννοιολογικό της περιεχόμενο περιλαμβάνονται και περιγράφονται όλες οι εφαρμογές της Τηλεματικής (ο συνδυασμός των τεχνολογιών πληροφορικής με αυτές των επικοινωνιών) στην παροχή φροντίδων υγείας, η συνεργασία μεταξύ ασθενών, φορέων και ιδρυμάτων παροχής υγειονομικών υπηρεσιών, η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ τους, όπως και η επικοινωνία μεταξύ ασθενών ή εργαζομένων στον τομέα υγείας· περιλαμβάνει, ακόμη, δίκτυα πληροφοριών για την υγεία, ηλεκτρονικά μητρώα υγείας, υπηρεσίες τηλεϊατρικής ή συστήματα ατομικής επικοινωνίας(«ενδυτά ή φορητά») για την παρακολούθηση και στήριξη των ασθενών.Οι εφαρμογές ηλεκτρονικής υγείας παρέχουν, π.χ. πρόσβαση σε πληροφορίες για την υγεία που μπορούν να προσφέρουν πολύ σημαντικά οφέλη για ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο, βελτιώνοντας την πρόσβαση στην παρεχομένη περίθαλψη καθώς και την ποιότητά της. Επιπλέον, συμβάλλει στην ανάπτυξη συστημάτων υγείας προσανατολισμένων στον πολίτη και στην εν γένει αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και βιωσιμότητα του τομέα της υγείας, ενώ καθώς αυξάνεται συνεχώς η κινητικότητα εντός κι εκτός συνόρων της Ε.Ε. , ο ρόλος της-κυρίως ως προς το «σώσιμο ανθρωπίνων ζωών» καθίσταται όλο και πιο σημαντικός. Η Ευρωπαϊκή Ένωση συντονίζει την δημιουργία ενός “ευρωπαϊκού χώρου ηλεκτρονικής υγείας”, προωθώντας και κατευθύνοντας δράσεις και πρακτικές που υποβοηθούν τη συνεργασία μεταξύ συναρμόδιων πολιτικών, φορέων, που λειτουργούν στον χώρο της ηλεκτρονικής υγείας, με στόχο την εύρεση των πιο ουσιαστικών λύσεων, τον παραμερισμό(κατά το δυνατό) του κατακερματισμού των υπηρεσιών υγείας και την διάδοση των «καλών πρακτικών».
Πιο ειδικοί στόχοι της είναι η δημιουργία ενός εφαρμοσμένου συστήματος ηλεκτρονικών μητρώων υγείας με αντίστοιχη στήριξη της ανταλλαγής πληροφοριών και της τυποποίησης, η δημιουργία και η προώθηση δικτύων ανταλλαγής πληροφοριών για την υγεία μεταξύ φορέων και οργανισμών φροντίδας και περίθαλψης, ώστε να υπάρχει συντονισμός των δράσεων σε περίπτωση κινδύνου για τη δημόσια υγεία, η παροχή υπηρεσιών υγείας σε απευθείας σύνδεση, όπως πληροφοριών για μια υγιεινή ζωή και πρόληψη των ασθενειών και, τέλος, η ανάπτυξη συστημάτων τηλεσυμβουλευτικής (teleconsultation), ηλεκτρονικής συνταγογράφησης (ePrescribing), ηλεκτρονικής παραπομπής (eReferral) και ηλεκτρονικής επιστροφής των ιατρικών εξόδων. Για να στεφθεί από επιτυχία το εγχείρημα αυτό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες των πολιτών, των ασθενών και των απασχολουμένων στον τομέα της υγείας και, παράλληλα, να εξασφαλιστεί η συμμετοχή τους στην υλοποίηση των σχετικών σχεδίων και στρατηγικών.
Στόχοι των πολιτικών της Ε.Ε., επιπλέον, είναι:
-η βελτίωση της ποιότητας της υγειονομικής περίθαλψης και της πρόσβασης σε αυτή με την ενσωμάτωση της ηλεκτρονικής υγείας στην πολιτική για την υγεία και τον συντονισμό των πολιτικών, χρηματοδοτικών και τεχνικών στρατηγικών των διαφόρων κρατών μελών
-να καταστήσει τα εργαλεία ηλεκτρονικής υγείας αποτελεσματικότερα, φιλικότερα στον χρήστη και ευρύτερα αποδεκτά με την ενεργό συμμετοχή των επαγγελματιών αλλά και των ασθενών στην εφαρμογή και στον προγραμματισμό στρατηγικών.
Η στήριξη που παρέχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμερίζεται σε τρεις βασικούς άξονες: στην συγχρηματοδότηση έργων, την στήριξη εκδηλώσεων ευαισθητοποίησης (ειδικότερα, των ετήσιων διασκέψεων υψηλού επιπέδου για την ηλεκτρονική υγεία που διοργανώνει η Προεδρία της Ε.Ε.) και στη διαχείριση δομών ευαισθητοποίησης, ανάπτυξης δικτύων, ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και χάραξης πολιτικών.
Ένας μεγάλος αριθμός έργων που αφορούν την ηλεκτρονική υγεία έχει συγχρηματοδοτηθεί από την ΕΕ στο πλαίσιο διαφόρων προγραμμάτων της, όπως και για τη χώρα μας, για την οποία η μεγάλη σημασία της διάδοσής της είναι καθοριστική και έχει ιδιαίτερη σημασία και λόγους ξεχωριστούς-σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε- που κάνουν πιο επιτακτική την εφαρμογή της, όπως και για την περιφέρεια και τον Δήμο της Αθήνας .Υπάρχουν, τα τελευταία χρόνια, πολλές δράσεις και εφαρμογές στην χώρα μας, όπως και στην Αθήνα και στην Περιφέρεια της Αττικής (ο χώρος του άρθρου αυτού δεν είναι αρκετός για να συμπεριληφθούν, θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να περιγραφούν αναλυτικά μαζί με τα οφέλη τους σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν πριν την εφαρμογή τους).
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το 2008 τα αποτελέσματα μεγάλης πανευρωπαϊκής έρευνας(που παραμένει από τις μεγαλύτερες έως τις μέρες μας) για τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης (eHealth). Τα αποτελέσματά της έδειξαν ότι το 87% των ευρωπαίων γιατρών (γενικοί ιατροί) χρησιμοποιούσε ηλεκτρονικό υπολογιστή, το δε 48% με ευρυζωνική σύνδεση. Οι ευρωπαίοι γιατροί όλο και περισσότερο αποθηκεύουν και διαβιβάζουν ηλεκτρονικά τα δεδομένα των ασθενών τους, όπως τις εργαστηριακές εκθέσεις. Με τη χρήση τέτοιου είδους εφαρμογών «ηλεκτρονικής υγείας», οι γιατροί και οι ιατρικές υπηρεσίες έχουν ήδη συμβάλει στη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης στην Ευρώπη μέσα, για παράδειγμα, από την αποτελεσματικότερη διαχείριση και την μείωση του χρόνου αναμονής για τους ασθενείς. Η έκθεση επισημαίνει, επίσης, τομείς στους οποίους οι γιατροί θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν καλύτερα τις ΤΠΕ για την παροχή υπηρεσιών όπως η τηλεπαρακολούθηση, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και οι διασυνοριακές ιατρικές υπηρεσίες.«Η Ευρώπη αρχίζει να αποκομίζει τα οφέλη των ευρυζωνικών συνδέσεων στον τομέα της ηλεκτρονικής υγείας. Χαιρετίζω τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί από τις υγειονομικές υπηρεσίες και τους γιατρούς να εργάζονται πιο αποτελεσματικά», να χρησιμοποιηθούν οι ηλεκτρονικές αυτές υπηρεσίες πολύ ευρύτερα καθώς μπορούν να προσφέρουν τεράστια οφέλη σε όλους τους ασθενείς, σε ολόκληρη την Ευρώπη» ήταν η δήλωση-τότε- της αρμόδιας για την Κοινωνία της Πληροφορίας και τα Μέσα Επικοινωνίας επιτρόπου της ΕΕ κα Viviane Reding.
Οι εφαρμογές της ηλεκτρονικής υγείας απαντούν όλο και συχνότερα στα ιατρεία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας ‘Benchmarking ICT use among General Practitioners in Europe’ (συγκριτική αξιολόγηση της χρήσης των ΤΠΕ μεταξύ των γενικών ιατρών στην Ευρώπη), όπως παρουσιάστηκε από την Επιτροπή. Εξακολουθούν να παρατηρούνται, ωστόσο, αξιοσημείωτες διαφορές στη διαθεσιμότητα και στην χρήση τους σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Το 70% περίπου των ευρωπαίων γιατρών χρησιμοποιούσαν το Διαδίκτυο και το 66% υπολογιστές για τις γνωματεύσεις τους. Προέκυψαν, ακόμη, μεγάλες διαφορές ανά χώρα: στη Δανία υπήρξε το υψηλότερο ποσοστό ευρυζωνικής διείσδυσης μεταξύ των γενικών ιατρών (91%), στη δε Ρουμανία το χαμηλότερο (περίπου 5%).Τα διοικητικά δεδομένα των ασθενών αποθηκεύονταν ηλεκτρονικά από το 80% των γενικών ιατρών: 92% εξ αυτών διατηρούσαν, επίσης, αρχεία ιατρικών δεδομένων διαγνώσεων και φαρμακευτικής αγωγής, ενώ 35% αποθήκευαν ηλεκτρονικά τις ακτινολογικές εξετάσεις. Οι ευρωπαίοι γιατροί διαβίβαζαν αρκετά συχνά δεδομένα σε ηλεκτρονική μορφή σε εργαστήρια (40%), αλλά λιγότερο συχνά σε άλλα κέντρα υγείας (10%).Η έρευνα φανέρωσε ότι οι πιο προηγμένες από πλευράς πρόσβασης και διασύνδεσης ΤΠΕ χώρες είναι πιθανότερο ότι χρησιμοποιούν τις εν λόγω τεχνολογίες για επαγγελματικούς σκοπούς. Για παράδειγμα, στη Δανία, με την πλέον διαδεδομένη πρόσβαση στο Διαδίκτυο υψηλής ταχύτητας στην Ευρώπη, στο 60% περίπου των ιατρείων παρατηρείται εκτεταμένη επικοινωνία με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μεταξύ γιατρών και ασθενών (ο μέσος όρος για την ΕΕ είναι μόλις 4%).Στην έρευνα επισημαίνονται, επίσης, πεδία για περαιτέρω βελτίωση και αξιοποίηση, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση (e-Prescribing), την οποία χρησιμοποιεί μόλις το 6% των γενικών γιατρών της ΕΕ. Η πρακτική αυτή ακολουθείται ευρέως σε τρία μόνον κράτη μέλη: στη Δανία (97%), στις Κάτω Χώρες (71%) και στη Σουηδία (81%).
Η τηλεπαρακολούθηση, που επιτρέπει στους γιατρούς να παρακολουθούν την πορεία του ασθενούς σε πραγματικό χρόνο και να αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις από απόσταση, χρησιμοποιείται μόνο στη Σουηδία (όπου το 9% των γιατρών παρέχουν υπηρεσίες τηλεπαρακολούθησης), στις Κάτω Χώρες και στην Ισλανδία (3% και στις δύο). Η Επιτροπή επρόκειτο να υποβάλει στη διάρκεια του έτους έκθεση σχετικά με τις δυνατότητες και την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής. Η διασυνοριακή ανταλλαγή δεδομένων ασθενών προέκυπτε αρκετά σπάνια και εφαρμοζόταν μόνο από το 1% μόνο των γενικών γιατρών της ΕΕ. Οι Κάτω Χώρες εμφάνιζαν το υψηλότερο ποσοστό χρήσης (5%). Η Επιτροπή διακήρυξε-την ίδια περίοδο- ότι από την στιγμή εκείνη θα διατύπωνε συστάσεις για τη διασυνοριακή διαλειτουργικότητα των συστημάτων ηλεκτρονικών μητρώων υγείας και θα δρομολογούσε, σε συνεργασία με πολλές από τις χώρες, ένα πρόγραμμα για τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής υγείας σε ασθενείς που ταξιδεύουν στην ΕΕ. Η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαίων γιατρών συμφωνούσε ότι οι ΤΠΕ βελτιώνουν την ποιότητα στις υπηρεσίες υγείας. Οι γιατροί που δεν χρησιμοποιούν ΤΠΕ αναφέρουν ως σοβαρότερα κωλύματα την έλλειψη εκπαίδευσης και τεχνικής υποστήριξης. Για τη διάδοση της ηλεκτρονικής υγείας, πιστεύουν ότι είναι απαραίτητη η μεγαλύτερη χρήση ΤΠΕ κατά τη διάρκεια των ιατρικών σπουδών, όπως και η καταλληλότερη κατάρτιση, καθώς και η καλύτερη ηλεκτρονική δικτύωση μεταξύ των επαγγελματιών του κλάδου της υγείας που επιθυμούν να ανταλλάσσουν κλινικά δεδομένα.
Η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με μία κατάσταση στην οποία το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης συνεχίζει να αυξάνεται, ενώ οι δαπάνες του δημόσιου τομέα τείνουν να μειώνονται(για πολλούς λόγους που δεν θα εξετάσουμε εδώ). Πολλοί ηλικιωμένοι ανησυχούν για την ποιότητα της φροντίδας που θα λαμβάνουν στο μέλλον – ενώ οι πιο νέοι ανησυχούν έντονα για το αν θα μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτήν, κυρίως οικονομικά.
Η υγειονομική περίθαλψη στην Ευρώπη έχει περάσει πια από πολλά στάδια εξέλιξης. Χαρακτηρίζεται από σχεδόν καθολική πρόσβαση σε ποιοτική περίθαλψη και μεγάλη πρόοδος στον ιατρικό τομέα ,όσον αφορά σε θεραπείες και μεθόδους περίθαλψης για ασθένειες επί μακρύ χρονικό διάστημα ήταν-ή θεωρούνταν- ανίατες. Αυτό επιτεύχθηκε χάρη στην επιστημονική πρόοδο, την οργάνωση (π.χ. εμβολιασμούς) εξαλείφοντας πολλές από αυτές, αυξάνοντας κατά πολύ το προσδόκιμο ζωής των πολιτών.
Ουσιαστικά, όμως, τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας είχαν σχεδιαστεί ώστε να ανταποκρίνονται σε ένα μοντέλο εντατικής νοσηλείας που βασίζεται στην θεραπεία επειγόντων περιστατικών και στην χειρουργική με παραμονή(βραχεία ή μακρά) σε νοσοκομεία και κλινικές.
Σήμερα, ωστόσο, πολλές ασθένειες είναι μακροχρόνιες και εκφυλιστικές, ενώ Ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων υποφέρει από μία ή περισσότερες χρόνιες νόσους. Η τάση αυτή θα συνεχιστεί, όσο αυξάνεται η πληθυσμιακή γήρανση. Στους ασθενείς-πολίτες που υποφέρουν από αυτού του είδους τις παθήσεις –και πολλές φορές προτιμούν να ζουν αυτόνομα στο σπίτι τους, αποφεύγοντας τις συνεχείς, χρονοβόρες επισκέψεις στον γιατρό- το παλιό μοντέλο φροντίδας δεν έχει ανταπόκριση .
Έτσι, προκύπτει ανάγκη αναπροσαρμογής στα νέα δεδομένα και η ψηφιακή τεχνολογία μπορεί να συμβάλλει σημαντικά σε αυτήν την κατεύθυνση. Είτε πρόκειται για συσκευές εξ αποστάσεως που μετρούν και παρακολουθούν την κατάσταση της υγείας στο σπίτι, μεταδίδοντας τα αποτελέσματα στο νοσοκομείο, ή λύσεις τηλε-ιατρικής που κάνουν δυνατή την ειδικευμένη ιατρική γνωμάτευση χωρίς μετακίνηση, είτε μηχανές-ρομπότ που βοηθούν μέσα στο σπίτι, ή απλώς κινητές ηλεκτρονικές εφαρμογές που δίνουν την δυνατότητα να μπορεί να «πάρει ο ασθενής την κατάσταση της υγείας του στα χέρια του». Είναι απολύτως δυνατή πια, η προσφορά καλύτερης περίθαλψης σε περισσότερους ασθενείς, απελευθερώνοντας έτσι τους ιδρυματικούς πόρους (νοσοκομείων,κλινικών,κ.α.). Μακροπρόθεσμα μπορεί να διαμορφωθούν καλύτερες τιμές, τα συστήματα υγείας να γίνουν πιο αποτελεσματικά και να δημιουργηθεί ένας βιομηχανικός κλάδος με προοπτική για το μέλλον.Ωστόσο, μεταξύ της τεχνολογίας, της «e–health» (ηλεκτρονική υγεία) και των ασθενών υπάρχει τεχνολογικό χάσμα. Ο τομέας υγείας ακόμη σε πολλές περιπτώσεις, διστάζει να ενστερνιστεί την ψηφιακή επανάσταση, προτιμώντας να παραμείνει προσκολλημένος σε παραδοσιακές μεθόδους και μοντέλα. Οι πολιτικοί προϊστάμενοι και οι ηγέτες υγείας προτίμησαν να μην παρέμβουν στην ισορροπία ενός συστήματος που λειτούργησε καλά στο παρελθόν, από το να διακινδυνεύσουν μεγάλες αλλαγές.
Το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την ηλεκτρονική υγεία που εγκαινιάστηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2012, αναφέρεται στην επίτευξη σε ψηφιακά οφέλη στην υγειονομική φροντίδα-περίθαλψη, ώστε να προσφέρεται καλύτερη υγειονομική περίθαλψη στους πολίτες μας. Ο βασικός του στόχος είναι να εξαλειφθούν τα εμπόδια ώστε να υπάρχουν εξυπνότερες και ασφαλέστερες υπηρεσίες υγείας, με επίκεντρο τον ασθενή.
Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς και οι εργαζόμενοι στην υγειονομική περίθαλψη εξοπλίζονται με δεξιότητες και αυτοπεποίθηση προκειμένου να χρησιμοποιήσουν τη νέα τεχνολογία, όπως ακόμη τις συσκευές και την σύνδεση του λογισμικών ώστε να μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους, και να αποφεύγονται σπατάλες και επαναλήψεις. Σημαίνει, ακόμη, επενδύσεις σε έρευνα στην «εξατομικευμένη ιατρική του αύριο», μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και οικοδόμηση εμπιστοσύνης ως προς τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από τη χρησιμοποίηση της ηλεκτρονικής υγείας για ασθενείς, επαγγελματίες του κλάδου, καθώς και για τα συστήματα υγείας. Σημαίνει ότι οι μικρές επιχειρήσεις θα λαμβάνουν στήριξη ώστε να παρέχουν τις καινοτομίες που είναι απαραίτητες για τις ενέργειές τους.
Καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικές εφαρμογές και άλλες συσκευές για να παρακολουθούν την εξέλιξη της υγείας τους, είναι αναγκαία η κατοχύρωση συνθηκών εμπιστοσύνης, ποιότητας, διαφάνειας, νομικών ζητημάτων, κ.α. ,αλλά ως πιο σημαντικό-και κάτι που ήδη φανερώνεται στην νοοτροπία και την πράξη- είναι η δέσμευση όλων των εμπλεκόμενων για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης. Η ένταξη όλων των κρατών μελών σε ένα πλήρως εθελοντικό δίκτυο e–health με σκοπό να συμφωνήσουν σε κατευθύνσεις διαλειτουργικότητάς του, ώστε να διευκολυνθεί η ηλεκτρονική υγεία να ενταχθεί στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη είναι η τελευταία (χρονικά) δράση της Ε.Ε. Το πιο φανερό και πρόσφατο παράδειγμα, είναι η ευρωπαϊκή σύμπραξη καινοτομίας «για την ενεργό και υγιή γήρανση», στην οποία 3.000 συμμετέχοντες έχουν αναλάβει τη δέσμευση να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Υπολογίζεται ότι από την συγκεκριμένη δράση συνολικά τέσσερα εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες θα επωφεληθούν άμεσα.Πρόκειται για έναν συνδυασμό δραστηριοτήτων στη βάση και ενεργειών σε επίπεδο ΕΕ. Όλοι αυτοί οι ενδιαφερόμενοι αντιλαμβάνονται ότι είναι προτιμότερο να συνεργαστούν παρά να ξεκινήσουν από το μηδέν – αυτό που τους ενώνει είναι ο ρόλος της ΕΕ, χωρίς να είναι αναγκαίο να επιβληθεί αυτό «άνωθεν» από μια ομάδα χωρών ή από αποφάσεις κάποιων ηγετών.
«Ανάμεσα στα όσα μας κάνουν Ευρωπαίους είναι η πεποίθησή μας ότι οφείλουμε να προσφέρουμε σε όλους τους πολίτες μας την καλύτερη δυνατή περίθαλψη. Αυτό σημαίνει ότι οφείλουμε να συνεργαστούμε για καλύτερη ποιότητα ζωής χάρη στην τεχνολογία που παρέχει η ηλεκτρονική υγεία». (Νeelie Kroes- Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Επίτροπος Ψηφιακών Τεχνολογιών Tonio Borg, Επίτροπος Υγείας και Πολιτικής Καταναλωτών της ΕΕ).