Γράφει ο Νίκος Γκέκας
Δημοσιογράφος
Πρόλογος
Τον τελευταίο καιρό πληθαίνουν οι φωνές εκείνων που αναφέρουν ότι η Συμμετοχική Δημοκρατία αποτελεί μονόδρομο ως προς την επίλυση του δημοκρατικού ελλείμματος της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Στην Ελλάδα μάλιστα, όπου αφενός η διαφθορά του πολιτικού συστήματος και αφετέρου ο υπερβολικός πλουτισμός μίας μικρής ελίτ έχει οδηγήσει στην πλήρη αποσάθρωση της αστικής δημοκρατίας, η ενίσχυση των θεσμών της συμμετοχικής δημοκρατίας κρίνεται απαραίτητη.
Σε αυτό το σημείο θα ήταν ωφέλιμο να δώσουμε τον ακριβή ορισμό της συμμετοχικής δημοκρατίας, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν παρερμηνείες.
Ορισμός Συμμετοχικής Δημοκρατίας
Η Συμμετοχική Δημοκρατία είναι ένας τύπος φιλελεύθερης δημοκρατίας που δίνει έμφαση στην ευρεία εμπλοκή των πολιτών στην διεύθυνση και διαχείριση των πολιτικών υποθέσεων. Αν και η ετυμολογία υπονοεί ότι όλα τα πολιτεύματα που αξίζουν την ονομασία «δημοκρατία» στηρίζονται στη συμμετοχή των πολιτών, οι παραδοσιακές αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες τείνουν να περιορίζουν τη συμμετοχή αυτή, στην ανάδειξη αντιπροσώπων οι οποίοι αποφασίζουν για όλα τα ζητήματα, εγκαταλείποντας έτσι τη διακυβέρνηση σε μία επαγγελματική ολιγαρχία. Η Συμμετοχική Δημοκρατία προσπαθεί να εισάγει σε αυτό το σύστημα κάποια χαρακτηριστικά άμεσης δημοκρατίας, συνήθως σε φιλελεύθερο πλαίσιο, ώστε να διευρύνει το πλήθος των ανθρώπων που έχουν πρόσβαση στις πολιτικές διεργασίες λήψης αποφάσεων, αλλά και να εμβαθύνει αυτή την πρόσβαση.
Ένας στοιχειώδης τύπος Συμμετοχικής Δημοκρατίας εξασκείται στην Ελβετία όπου, παράλληλα με τις συνήθεις πολιτικές διαδικασίες όπου εμπλέκονται οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των πολιτών, λαμβάνουν χώρα και τακτικά δημοψηφίσματα για διάφορα ζητήματα. Στα δημοψηφίσματα αυτά έχει το δικαίωμα να συμμετάσχει το σύνολο των πολιτών. Έχει υποστηριχθεί ότι μία πιο ισχυρή συμμετοχική δημοκρατία θα μπορούσε να επεκτείνει αυτό το μοντέλο με κατάλληλη χρήση του Διαδικτύου για ευκολότερη και ταχύτερη διεξαγωγή ψηφοφοριών σε μαζική κλίμακα (ηλεκτρονική δημοκρατία).
Η Συμμετοχική Δημοκρατία είναι η λύση στο αδιέξοδο του σημερινού πολιτικού συστήματος
Στην Ελλάδα του 2012, η κρίση του πολιτικού συστήματος έχει οδηγήσει αφενός στη διόγκωση της διαφθοράς και αφετέρου στη διαπλοκή της εξουσίας με τα ΜΜΕ και το σφετερισμό της εκπροσώπησης.
Αυτή ακριβώς η διαφθορά του κρατικού τομέα και η διαπλοκή του με τα ΜΜΕ έχει οξύνει σε σημαντικό βαθμό το χάσμα μεταξύ εκείνων που βιώνουν υπερβολική φτώχεια και εκείνων που κατέχουν υπερβολικό πλούτο. Όπως γίνεται βέβαια κατανοητό, ένα τέτοιο χάσμα που συνεχώς διευρύνεται, προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Εντός, λοιπόν, ενός τέτοιου κοινωνικοπολιτικού περιβάλλοντος, η ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και λειτουργική αποτελεσματικότητα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Σε αυτό, λοιπόν, το σοβαρότατο πρόβλημα η Συμμετοχική Δημοκρατία δίνει τη λύση.
Για την ακρίβεια η Συμμετοχική Δημοκρατία συνδέεται άμεσα με την κοινωνική υπευθυνότητα και την οικολογική ηθική, αλλά και με την ύπαρξη μιας επιχειρηματικότητας προσαρμοσμένης στις ανάγκες της πόλης και του πολίτη και μίας πολιτικής κατά της φτώχειας και όχι της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας.
Η Συμμετοχική Δημοκρατία βρίσκει την έκφρασή της στην πράξη μέσα από τις οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, καθώς μέσω των Οργανώσεων δημιουργείται μία δεξαμενή κοινωνικού κεφαλαίου και κοινωνικής δύναμης που μπορεί να υπηρετήσει ένα κοινωνικό όραμα συλλογικής δημιουργίας.
Μέσα από τις Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών μπορεί να αντιμετωπιστεί τόσο ο κοινωνικός αποκλεισμός των διαφόρων κοινωνικών ομάδων όσο και η αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων που μένουν ανενεργοί στην κοινωνική οικονομία.
Με λίγα λόγια, οι Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών ως κοινωνικά δίκτυα αποτελούν την κοινωνική βάση για τη Συμμετοχική Δημοκρατία και οι οποίες καλούνται να μπουν στο προσκήνιο.
Εάν, λοιπόν, δημιουργηθούν κοινωνικές συμπράξεις και τοπικά κινήματα Συμμετοχικής Δημοκρατίας με ενεργούς πολίτες, η εξουσία του δήμου μπορεί να περιοριστεί αποτελεσματικά και να προκύπτει από τους δημότες και όχι από τους διαφόρων ειδών χορηγούς και χρηματοδότες.
Έτσι τα κινήματα Συμμετοχικής Δημοκρατίας μπορούν να ασκούν έλεγχο στους Δήμους και να διασφαλίζουν την ύπαρξη της μέγιστης δυνατής διαφάνειας, καθιστώντας αδύνατο τόσο το σφετερισμό της εκπροσώπησης όσο και τη διαπλοκή που οδηγεί στην κατασπατάληση των διαθέσιμων πόρων.
Αυτά τα κινήματα θα συμβάλλουν αποφασιστικά στη διαβούλευση με τοπικές συνελεύσεις και τοπικά δημοψηφίσματα, ενώ θα απελευθερώνουν τους ανθρώπινους πόρους και τη δημιουργικότητα της κοινωνίας.
Η Συμμετοχική Δημοκρατία ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό
Παρά το γεγονός ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και το ελληνικό κράτος διαθέτουν σημαντικά ποσά για τις κοινωνικές ομάδες που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό (όπως οι άνεργοι, οι άστεγοι, οι άποροι κ.τ.λ.), το 99% των χρημάτων αυτών πάνε χαμένα. Αυτό συμβαίνει γιατί στους θεσμούς κοινωνικής αλληλεγγύης υπάρχουν ελίτ προνομιούχων οργανώσεων, οι οποίες παίρνουν τη μερίδα του λέοντος τόσο από τις κρατικές όσο και από τις κοινοτικές επιχορηγήσεις.
Αυτό έχει βέβαια ως αποτέλεσμα μία προσχηματική διαβούλευση της κρατικής εξουσίας με τους ημέτερους, η οποία οδηγεί στον αποκλεισμό των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών από τις κοινωνικές εξελίξεις.
Έτσι, δεν πραγματοποιείται ποτέ ένας ουσιαστικός διάλογος μεταξύ του Κράτους και των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών για τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, όπως η ανεργία, η φτώχεια και η δημόσια υγεία.
Αυτή ακριβώς η ανυπαρξία διαλόγου οδηγεί στη μεμονωμένη αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων μέσω ατομικών εκδηλώσεων φιλανθρωπίας και ευαισθησίας και όχι εντός του πλαισίου μίας συνολικής και συλλογικής αντιμετώπισης των προβλημάτων από τις Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών.
Κλείνοντας, λοιπόν, γίνεται κατανοητό ότι μόνο μέσω της Συμμετοχικής Δημοκρατίας και των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών μπορεί να αναπτυχθεί μία κουλτούρα συμμετοχής και διαλόγου στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα, μακριά από συντεχνιακά, επιχειρηματικά και πελατειακά συμφέροντα, η οποία θα ενισχύσει τη συμμετοχή γυναικών, νέων, μεταναστών και άλλων ομάδων με περιορισμένη κοινωνική ισχύ.