Συνέντευξη του κ. Βασίλη Τακτικού, Διευθυντή της Social Activism Αθηνών,
στην Κοινωνιολόγο Ελένη Καλησπεράτη
Το ζήτημα της «έξυπνης διαχείρισης της γνώσης» είναι από τα πολλά θέματα που θίγονται στην ηλεκτρονική εφημερίδα Social Activism Αθηνών. Στο 11ο φύλλο της έκδοσης για τη σημασία αυτής της θεματολογίας, ρωτήσαμε το Διευθυντή της, Βασίλη Τακτικό, ειδικότερα για το θέμα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ερώτηση: Κύριε Τακτικέ, αναφέρεστε συχνά στην αναγκαιότητα της αποτελεσματικής διαχείρισης των ανθρωπίνων πόρων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και επικαλείστε ως προαπαιτούμενο την έξυπνη διαχείριση της γνώσης. Μπορείτε να μας εξηγήσετε περισσότερο αυτές τις προϋποθέσεις;
Ας δούμε πρώτα ποιό είναι το ζητούμενο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και γενικότερα μέσα στην πόλη μας. Το ζητούμενο είναι ασφαλώς η αντιμετώπιση των μύριων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Αθήνα, η ανεργία, η φτώχεια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η αποδιοργάνωση της αγοράς, η ασχήμια της πόλης και η γενικότερη εικόνα παρακμής στο κέντρο. Έχοντας λοιπόν να αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα εν μέσω κρίσης ένας ουσιαστικός μόνο τρόπος υπάρχει. Να διαχειριστούμε καλύτερα τους ανθρώπινους πόρους και τη γνώση που υπάρχει σε πολλούς τομείς και μένουν αναξιοποίητοι λόγω γραφειοκρατικών αγκυλώσεων της διοίκησης είτε του Κράτους είτε του Δήμου. Το άλλο επίπεδο ορθολογικής διαχείρισης της γνώσης εκτός από το διοικητικό είναι το επίπεδο της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού και της σύζευξης τεχνικών γνώσεων με την πολιτική συνειδητότητα του πολίτη και του καταναλωτή. Την ενεργό συμμετοχή του πολίτη στην διαχείριση των ζητημάτων που απασχολούν τη πόλη του.
Ερώτηση: Με ποιά διαδικασία μπορεί να συμμετέχει ο πολίτης ώστε να γίνεται ουσιαστική η συμβολή του στη διαχείριση της πόλης;
Καταρχήν, αυτό δε μπορεί να γίνει ανοργάνωτα. Η αποτελεσματικότητα προϋποθέτει οργανωμένη έκφραση μέσα από τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, συμβούλια της γειτονιάς, κοινωνικές δομές του Δήμου και αν θέλουμε να πάμε λίγο πιο μακριά μπορούμε να μιλάμε για τις σύγχρονες «εκκλησίες του Δήμου». Δηλαδή, τοπικές συνελεύσεις διαβούλευσης στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας που μπορούν να επισημαίνουν προβλήματα και να αναλαμβάνουν ευθύνες για την επίλυση τους. Επίσης, μια άλλη μορφή έξυπνης διαχείρισης της γνώσης είναι η δημιουργία και η εξέλιξη των «θεσμών αλληλεγγύης» και η αξιοποίηση τους στην προώθηση της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας. Δηλαδή, δημιουργία επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων. Ο υπεύθυνος και οργανωμένος πολίτης στη πόλη του, καλείται να γίνει συν-δημιουργός με την Τοπική Αυτοδιοίκηση τοπικών αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Όχι με αποκλειστικό κίνητρο το κέρδος αλλά την διεκδίκηση της ποιότητας ζωής και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν πολύ καλύτερες τεχνολογικές και υλικές προϋποθέσεις από ότι υπήρχαν στην Αρχαία Αθήνα όπου οι πολίτες ήταν συν-δημιουργοί της πόλης τους.
Ερώτηση: Εννοείτε ότι βασική προϋπόθεση αντιμετώπισης των σύγχρονων προβλημάτων της πόλης είναι η αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας στο πρότυπο συμμετοχικής δημοκρατίας; Γιατί αυτά που μας λέτε θυμίζουν κάτι από την δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας.
Ακριβώς. Εδώ βρίσκεται η ουσία της προβληματικής που μπορούμε να θέσουμε σήμερα. Όχι φυσικά για να αντιγράψουμε το μοντέλο της Αρχαίας Αθήνας (κάτι που είναι αδύνατο σήμερα) αλλά μπορούμε να εμπνευστούμε από αυτό σε ό, τι αφορά την διαχείριση της γνώσης και της συλλογικής δημιουργίας. Και με τις διαδικασίες παράλληλα που προάγουν την συλλογική δημιουργία να αξιοποιήσουμε πολύ καλύτερα και πιο αποδοτικά τις νέες τεχνολογίες. Πρώτα από όλα το διαδίκτυο για την επικοινωνία , την δια βίου μάθηση αλλά και αυτό-οργάνωση των πολιτών. Έτσι μπορούμε να δημιουργήσουμε νέες επιχειρήσεις, βιώσιμες, και σε συλλογικό επίπεδο και πιο ικανούς εργαζόμενους οι οποίοι θα μπορούν να προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες σε αναγκαία προϊόντα και υπηρεσίες. Στην προκειμένη περίπτωση έξυπνη διαχείριση της γνώσης σημαίνει νέα προϊόντα και κοινωνικές υπηρεσίες που είναι αναγκαίες στην αντιμετώπιση της φτώχειας. Τα κοινωνικά ιατρεία, παντοπωλεία, φροντιστήρια κ.α. είναι κάποια παραδείγματα αλλά δε πρέπει να μείνουμε σε αυτά. Η διεκδίκηση του στόχου για τις πράσινες πόλεις στη βάση των κοινωνικών αναπτυξιακών συμπράξεων όταν προωθείται οριζόντια από την κοινωνία με τη συμμετοχή των πολιτών μπορεί να «γεννήσει» μια σειρά από νέα προϊόντα και επαγγέλματα. Μια τέτοια διαδικασία όχι μόνο θα αλλάξει την όψη της πόλης ενισχύοντας το πράσινο αλλά σαφώς θα δημιουργήσει και κάποιες θέσεις εργασίας. Σπουδαίος είναι ο ρόλος επίσης και του ενεργού καταναλωτικού κινήματος που γενικότερα μπορεί να μειώσει το κόστος διαμεσολάβησης υπέρ φτωχότερων στρωμάτων της κοινωνίας.
Ερώτηση: Νομίζετε ότι η πόλη μας και γενικότερα η χώρα στερείται ενός ικανού και ανεπτυγμένου καταναλωτικού κινήματος;
Είναι προφανές εάν εκτιμήσει κανείς τα αποτελέσματα σε σχέση με τις τιμές. Όταν βασικά είδη διατροφής είναι στη διπλάσια τιμή από ότι προσφέρονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να βγάλει κανείς εύκολα συμπεράσματα και να καταλήξει στο ότι στη χώρα μας υπάρχει συνδικαλιστικό κίνημα που ενδιαφέρεται μόνο για την αύξηση μισθών αλλά δεν δίνει σημασία στη μείωση των τιμών με αποτέλεσμα τελικώς να κερδίζουν οι κερδοσκόποι και όχι τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Αυτό σημαίνει ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες ωθούνται στον κοινωνικό αποκλεισμό. Το συμφέρον βέβαια του συνόλου είναι πρώτα από όλα η μείωση των τιμών και ο περιορισμός της κερδοσκοπίας.
Στο ερώτημα τι κερδίζει η πόλη στο σύνολο της από μία τέτοια στάση των πολιτών, η απάντηση είναι σαφώς λιγότερο κοινωνικά και οικονομικά αποκλεισμένοι πολίτες άρα περισσότεροι ενεργοί πολίτες και εισοδηματικά ακμαίοι τους οποίους τελικά φορολογεί και με αυτό τον τρόπο ανάλυση και η πόλη.
Ερώτηση: Θέσατε προηγουμένως και το ζήτημα της δια βίου μάθησης και επιμόρφωσης ως προϋποθέσεις της συλλογικής δημιουργίας και ευημερίας της πόλης. Τι παραπάνω έχετε να προσθέσετε από αυτό που γίνεται ήδη στο Υπουργείο Παιδείας και από την υλοποίηση των προγραμμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που υλοποιεί το Υπουργείο Εργασίας;
Καταρχήν θα πρέπει να ορίσουμε ότι η «δια βίου μάθηση» είναι μία μακροχρόνια διαδικασία που ξεκινάει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπό αυτή την έννοια δια βίου μάθηση δεν είναι ούτε τα κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης ούτε τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας. Δεν ταυτίζεται με την σχολική μάθηση αλλά είναι μια ξεχωριστή διαδικασία που συνδυάζεται περισσότερο με τη μάθηση μέσα από την εργασία ή και τον εθελοντισμό. Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας είναι μια διαστροφή του όρου και της πρακτικής της διεργασίας. Μια διαστροφή ανόητης και αναποτελεσματικής διαχείρισης της γνώσης- πόρων. Γιατί το σχολείο προσφέρει αυτά που ξέρουμε όλοι ότι προσφέρει. Η δια βίου μάθηση μπορεί να προσφέρει ως βιωματική μάθηση στο χώρο της δράσης και στο χώρο της δουλειάς και σε σχέση με την παραγωγή αγαθών. Δηλαδή μαθαίνω παράγοντας κάτι χειροπιαστά και όχι θεωρητικές και ακαδημαϊκές γνώσεις οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους αλλά δεν είναι δυνατόν να εμπεδωθούν χωρίς την πρακτική εφαρμογή. Πολλά Πανεπιστήμια στο εξωτερικό αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη και απαιτούν από τους φοιτητές την παράλληλη πρακτική άσκηση. Αυτό όμως δεν υποκαθιστά την ανάγκη της δια βίου μάθησης που όπως είπαμε είναι μια μακροχρόνια διαδικασία εφόρου ζωής. Σε ότι αφορά την πόλη και τον Δήμο οι αρχαίοι έλεγαν: Η πόλις είναι το σχολείο. Ακόμη και οι τοίχοι της πόλης διδάσκουν.
Ερώτηση: Μας επαναφέρετε συχνά στην αρχαία Αθήνα και στις αξίες της πόλης. Θεωρείτε ότι αυτό είναι που μας λείπει σήμερα;
Αν λάβουμε υπόψη τι είχε η Αρχαία Αθήνα και τι έχουμε σήμερα από την πλευρά της λειτουργίας και τη κουλτούρας του τότε με τις τεχνολογίες του σήμερα θα διαπιστώσουμε το εξής παράδοξο. Να θαυμάζουμε την ποιότητα των έργων και την ποιότητα ζωής στην αρχαία Αθήνα χωρίς τα εξελιγμένα τεχνολογικά και μηχανικά μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Αυτό και μόνο θα πρέπει να μας προβληματίσει για την σχέση της επιστήμης με την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής. Πολύ απλά θα λέγαμε ότι στην εποχή μας έχουμε εξελιγμένη επιστήμη και στην Αρχαία Αθήνα μοναδικά ανεπτυγμένη φιλοσοφία που καθόριζε και τους θεσμούς της πόλης.
Αν συνδυάσουμε λοιπόν τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα με την έξυπνη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και μια πιο φιλοσοφημένη στάση ζωής σε σχέση με την κατανάλωση τις αξίες ζωής και την αντίθεση πλούτος- φτώχεια σίγουρα μπορούμε να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε επάρκεια μέσα από την κατανομή του παραγόμενου πλούτου δίνοντας περισσότερη σημασία στο πνευματικό πλούτο της πόλης που εξίσου καθορίζει την ποιότητα ζωής σε όλα τα επίπεδα. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε την ουσιαστική συσχέτιση της αξιοποίησης των ανθρωπίνων πόρων με τη διαχείριση της γνώσης που δεν είναι μόνο η επιστήμη και η τεχνολογία αλλά και η φιλοσοφική στάση ζωής των πολιτών σε προτεραιότητες αξίες και τη συμμετοχή τους για τα κοινά αγαθά της πόλης.