Αναδημοσίευση από press-gr.blogspot.gr
Στις 18 Ιουνίου 1999, στα πλαίσια της “Διεθνούς Ημέρας Δράσης Ενάντια στα Κέντρα του Καπιταλισμού», 10,000 διαδηλωτές κατέκλυσαν το City του Λονδίνου – την καρδιά του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρώπης. Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε λίγους μήνες μετά, στα πλαίσια της συζήτησης για την αποτίμηση της δράσης. “Οι τρόποι με τους οποίους μπορείς να καταλύσεις μια εταιρεία διαφέρουν πολύ από τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσες να καταλύσεις τον καπιταλισμό.
Ένα πρόβλημα που ήταν προφανές στις 18 Ιουνίου ήταν η υιοθέτηση μιας ακτιβιστικής νοοτροπίας. Το πρόβλημα αυτό έγινε αισθητό στη συγκεκριμένη δράση ακριβώς επειδή, τόσο οι οργανωτές, όσο και οι συμμετέχοντες, προσπάθησαν να υπερβούν τέτοιου τύπου περιορισμούς. Το κείμενο αυτό δεν έχει σκοπό να ασκήσει κριτική σε όσους έλαβαν μέρος. Είναι απλώς μια προσπάθεια να αναλογιστούμε τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουμε, αν παίρνουμε στα σοβαρά την πρόθεσή μας να καταργήσουμε για πάντα το καπιταλιστικό μοντέλο παραγωγής.
Ειδικοί
Όταν μιλώ για ακτιβιστική νοοτροπία, εννοώ ότι οι άνθρωποι θεωρούν τους εαυτούς τους πάνω απ’ όλα ακτιβιστές, κι ότι ανήκουν σε μια ευρύτερη κοινότητα ακτιβιστών. Ο ακτιβιστής ταυτίζεται μ’ αυτό που κάνει και το βλέπει σαν το ρόλο του στη ζωή, σαν μια δουλειά ή μια καριέρα. Με τον ίδιο τρόπο που κάποιοι άλλοι ταυτίζονται με το επάγγελμα του γιατρού ή του δασκάλου. Αντί να είναι απλώς το επάγγελμά τους, γίνεται θεμελιώδες μέρος της εικόνας που έχουν για τον εαυτό τους.
Ο ακτιβιστής είναι ένας σπεσιαλίστας, ένας ‘ειδικός’ στην κοινωνική αλλαγή. Το να θεωρείς τον εαυτό σου ακτιβιστή, σημαίνει ότι θεωρείς τον εαυτό σου κατά κάποιο τρόπο προνομιούχο ή πρωτοπόρο σε σχέση με τους άλλους, όσον αφορά στην εκτίμησή σου για την αναγκαιότητα της κοινωνικής αλλαγής και την κατοχή της απαραίτητης γνώσης που οδηγεί στην επίτευξή της. Επιπλέον, θεωρείς ότι βρίσκεσαι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υλοποίησή της.
Ο ακτιβισμός βασίζεται στην εξειδίκευση έργου – ο ακτιβιστής επιδίδεται σε μια συγκεκριμένη, ειδική δραστηριότητα. Όμως η εξειδίκευση έργου είναι ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε ταξικής κοινωνίας. Ο βασικός διαχωρισμός μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας είναι, από τη φύση του, ταξικός. Εξειδίκευση έργου υπάρχει, για παράδειγμα, στην ιατρική και στην εκπαίδευση. Η θεραπεία κι η ανατροφή των παιδιών, αντί να αποτελούν κοινή γνώση και να είναι δραστηριότητες στις οποίες συμβάλλουν όλοι, έχουν γίνει κτήμα των γιατρών και των δασκάλων αποκλειστικά. Αυτοί είναι οι ‘ειδικοί’, στους οποίους πρέπει να βασιστούμε για να κάνουν αυτές τις δουλειές για λογαριασμό μας. Οι ειδικοί κάθε είδους περιπλέκουν σκόπιμα τις γνώσεις τους και δυσχεραίνουν την πρόσβαση των άλλων σ’ αυτές. Αυτό τελικά διευκολύνει τη χειραγώγηση των μη-ειδικών, συντηρεί την κοινωνική διαίρεση κι ενισχύει την ιεραρχική και ταξική δομή της κοινωνίας.
Εξειδίκευση έργου σημαίνει ανάληψη ενός ρόλου από έναν άνθρωπο για λογαριασμό κάποιων άλλων, οι οποίοι αποποιούνται τη σχετική ευθύνη. Ένας τέτοιος διαχωρισμός ευθυνών σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι θα εξασφαλίζουν την τροφή σου και θα φτιάχνουν τα ρούχα σου και θα σου παρέχουν ηλεκτρικό, την ώρα που εσύ θα καταπιάνεσαι με την επανάσταση. Ο ακτιβιστής, ως ειδήμων της κοινωνικής αλλαγής, υποθέτει ότι οι υπόλοιποι δεν κάνουν αρκετά για να αλλάξουν τις ζωές τους και νιώθει την υποχρέωση να το κάνει για λογαριασμό τους. Έτσι, αισθάνεται ότι αναπληρώνει για την έλλειψη δράσης της πλειοψηφίας. Το να προσδιορίζουμε τους εαυτούς μας ως ακτιβιστές, σημαίνει ότι θεωρούμε πως μόνο οι δικές μας πράξεις θα επιφέρουν την κοινωνική αλλαγή, παραβλέποντας έτσι τη δραστηριότητα χιλιάδων επί χιλιάδων μη-ακτιβιστών. Ο ακτιβισμός βασίζεται στην παρανόηση ότι μόνο οι ακτιβιστές εργάζονται με σκοπό την κοινωνική αλλαγή. Στην πραγματικότητα, βέβαια, η ταξική πάλη είναι αδιάκοπη.
Μορφή και Περιεχόμενο
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια απόκλιση του ακτιβισμού, ως μορφή πολιτικής δράσης, από το ολοένα και πιο ριζοσπαστικό περιεχόμενό του. Η παράδοση πολλών που συμμετείχαν στην 18η Ιουνίου, ήταν αυτή του ‘ακτιβιστή’ που ‘κάνει μια καμπάνια’ στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης ‘θεματικής’. Με την πρόοδο του πολιτικού ακτιβισμού τα τελευταία χρόνια, το βάρος μετατοπίστηκε από αυτού του είδους τις ‘στοχευμένες’ (μονοθεματικές) καμπάνιες (π.χ. εναντίον μιας συγκεκριμένης εταιρείας ή ενός συγκεκριμένου έργου ‘υποδομής’), σε μια πιο απροσδιόριστη, αλλά πολλά υποσχόμενη αντικαπιταλιστική προοπτική. Ενώ όμως το περιεχόμενο της πολιτικής αλλάζει, ο ακτιβισμός παραμένει η κυρίαρχη μορφή πολιτικής δράσης. Σήμερα, αντί να πάμε να καταλάβουμε τα κεντρικά γραφεία της Monsanto, αναγνωρίζουμε ότι η Monsanto δεν είναι παρά ένα από τα πολλά πλοκάμια του κεφαλαίου. Τι κάνουμε λοιπόν; Αποφασίζουμε να ‘κάνουμε μια δράση’ ενάντια στον καπιταλισμό συνολικά! Και με βάση αυτό το σκεπτικό, αποφασίζουμε ότι ο καταλληλότερος χώρος για μια τέτοια κινητοποίηση δε θα μπορούσε να είναι άλλος από αυτόν που θεωρείται ότι στεγάζει το επιτελείο του καπιταλισμού, δηλαδή το City.
Η μέθοδός μας είναι η ίδια που θα χρησιμοποιούσαμε αν τα βάζαμε με μια συγκεκριμένη εταιρεία, παρόλο που ο καπιταλισμός στο σύνολό του δεν είναι καθόλου το ίδιο πράγμα. Οι τρόποι με τους οποίους μπορείς να καταλύσεις μια εταιρεία διαφέρουν πολύ από τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσες να καταλύσεις τον ίδιο τον καπιταλισμό. Για παράδειγμα, οι συνεχείς δράσεις από ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων κατάφεραν να γονατίσουν το εκτροφείο σκύλων Consort και το εκτροφείο γατών Hillgrove Farm. Οι επιχειρήσεις αυτές καταστράφηκαν και αναγκάστηκαν να κηρύξουν πτώχευση. Ομοίως, η καμπάνια κατά των αρχι-ζωοτόμων Huntingdon Life Sciences έριξε την τιμή της μετοχής τους κατά 33% (η εταιρεία μόλις που κατάφερε τελικά να επιβιώσει μετά από μια απελπισμένη εκστρατεία δημοσίων σχέσεων). Ο ακτιβισμός λοιπόν μπορεί κάλλιστα να καταστρέψει μια εταιρεία. Για να καταστραφεί ο καπιταλισμός όμως, θα χρειαστούν πολύ περισσότερα από την επέκταση αυτής της τακτικής σε όλες τις εταιρείες όλων των επιχειρηματικών κλάδων. Επιπλέον, όταν οι ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων τα βάζουν με έναν τοπικό χασάπη, τελικά βοηθούν τα μεγάλα σούπερμαρκετ να κλείσουν όλα τα μικρά χασάπικα, δίνοντας ώθηση στις συνθήκες ανταγωνισμού και τη διαδικασία ‘φυσικής επιλογής’ της ελεύθερης αγοράς. Πολλές φορές λοιπόν, οι ακτιβιστές, καταστρέφοντας μια μικρή εταιρεία ενισχύουν τον καπιταλισμό στο σύνολό του.
Κάτι ανάλογο ισχύει και με τον ακτιβισμό ενάντια στην κατασκευή μεγάλων αυτοκινητόδρομων. Οι μεγάλες κινητοποιήσεις τέτοιου είδους έχουν συνεισφέρει στην ανάπτυξη ενός ολόκληρου κλάδου του καπιταλισμού: εταιρείες σεκιούριτι, επιτήρησης, κάμερες, εταιρείες ειδικών και συμβούλων. Εμείς δεν είμαστε πλέον τίποτα παραπάνω από ένα ακόμα ‘ρίσκο της αγοράς’, ανάμεσα στα πολλά που πρέπει να αναλογιστούν οι εταιρείες που διεκδικούν μεγάλα κατασκευαστικά έργα. Μπορεί μάλιστα να έχουμε συμβάλει στην τάση συγκεντρωτισμού της εταιρικής εξουσίας, αναγκάζοντας τις μικρότερες εταιρείες, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες κινητοποιήσεις, να αποσυρθούν από τη διεκδίκηση μεγάλων έργων. Σύμφωνα με την Amanda Webster, ειδική σύμβουλο των κατασκευαστικών εταιρειών για την αντιμετώπιση κινητοποιήσεων: «Η άνθηση των κινημάτων διαμαρτυρίας θα αποφέρει πλεονεκτήματα στην αγορά, για τις εταιρείες που μπορούν να ‘διαχειριστούν’ αυτές τις διαμαρτυρίες επιτυχώς». Για άλλη μια φορά, ενώ ο ακτιβισμός μπορεί να γονατίσει μια εταιρεία ή να εμποδίσει την κατασκευή ενός δρόμου, ο καπιταλισμός συνεχίζει την πορεία του ακάθεκτος, ίσως και δυνατότερος από πριν.
Όλα αυτά είναι βέβαια μια ένδειξη (λες και δεν το ξέραμε) ότι η ανατροπή του καπιταλισμού απαιτεί όχι μόνο ποσοτική αλλαγή (περισσότερες δράσεις, περισσότερους ακτιβιστές) αλλά και ποιοτική (πρέπει να ανακαλύψουμε αποτελεσματικότερες μορφές δράσης). Φαίνεται ότι έχουμε μόνο μικρή γνώση του τι πραγματικά απαιτείται για να καταρρεύσει ο καπιταλισμός. Λες και θα αρκούσε μόνο να προσηλυτίσουμε μια κρίσιμη μάζα ακτιβιστών που καταλαμβάνουν γραφεία και τότε θα γινόταν η επανάσταση
Η μορφή του ακτιβισμού έχει διατηρηθεί αυτούσια, παρόλο που το πολιτικό περιεχόμενό του έχει υπερβεί τη μορφή που τον εμπεριέχει. Συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε ως ‘ακτιβιστές’ που κάνουν μια ‘καμπάνια’ για μια συγκεκριμένη ‘θεματική’, κι επειδή είμαστε ακτιβιστές ‘άμεσης δράσης’ κάνουμε ‘δράσεις’ κατά του ‘στόχου’ μας. Εφαρμόζουμε την ίδια μέθοδο που χρησιμοποιούμε για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων εταιρειών ή έργων ‘υποδομής’, στο ευρύτερο πλαίσιο της αντιμετώπισης του καπιταλισμού. Επιδιώκουμε την ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά αντιλαμβανόμαστε αυτό που κάνουμε με τελείως ακατάλληλους όρους, χρησιμοποιώντας μεθόδους που ταιριάζουν περισσότερο σε φιλελεύθερους μεταρρυθμιστές[1]. Παρατηρείται, λοιπόν, το παράδοξο φαινόμενο να οργανώνουμε ‘δράσεις ενάντια στον καπιταλισμό’ – μια πρακτική παντελώς ανεπαρκής.
Ρόλοι