Γράφει και φωτογραφίζει η Νατάσα Στάμου, Δημοσιογράφος
Χριστουγεννιάτικες σκέψεις σε εποχές κρίσης και κατήφειας με αφορμή το στολισμό της πλατείας Ομονοίας
Λίγες μέρες μας χωρίζουν πλέον από τα Χριστούγεννα. Κι εκεί που πάντα όλοι μετρούσαν τις ώρες μέχρι να έρθει ο Άγιος Βασίλης με τα δώρα, τώρα μετρούμε τα δευτερόλεπτα για τη δόση. Για μια δόση που ουδείς γνωρίζει με ακρίβεια που θα μας ωφελήσει.
Καθ’ οδόν προς το γραφείο για τη σύνταξη ενός νέου άρθρου για την κοινωνική οικονομία, τον κοινωνικό ακτιβισμό και την αναζήτηση όλων των εργαλείων και μεθόδων που θα δώσουν μια διέξοδο στο πείσμα και την ενεργητικότητα του Έλληνα, κοντοστέκομαι κι αιφνιδίως αναζητώ την εορταστική ατμόσφαιρα της πόλης.
Η πλατεία Ομονοίας έχει φορέσει τα γιορτινά της. Κατακόκκινες αλεξανδρειανές, δεντράκια, φωτάκια, μια εικαστική σύνθεση παιδιών που γιορτάζουν ή χορεύουν με τα χέρια σηκωμένα και μια φάτνη.
Και πλάι τους δυο τρεις υπάλληλοι του Δήμου να φροντίζουν τις τελευταίες λεπτομέρειες…
Καλώδια, στερεώματα των βάσεων, τοποθέτηση κορδονιών περιμετρικά της φάτνης για να μην πηγαίνουν πλάι της παιδιά και ενήλικες. Ξεγλιστρώ ανάμεσα τους για μερικές φωτογραφίες της «έγχρωμης» πλέον πλατείας! Διαπιστώνω ότι είναι κατηφείς. Το ίδιο κι όσοι προσπερνούν την βιαστικά δίχως να της ρίξουν μια ματιά.
Από την κρίση στην Ελπίδα…
Στα χρωματιστά λαμπιόνια θυμάμαι ξαφνικά τον άστεγο που αποκοιμήθηκε σε χαρτόκουτο πλάι στις σκάλες του τρένου κι αναρωτιέμαι πως θα γιορτάσουμε φέτος… Αναζητώ την καθάρια συνείδηση, το βλέμμα συμπόνιας, τη διάθεση αλληλεγγύης στους περαστικούς, στους πολίτες, στον εαυτό μου.
Θα καταφέρουν τα πολύχρωμα φώτα να διώξουν σκοτούρες κι έγνοιες, αγωνίες και άγχη; Ίσως όχι. Ας ελπίσουμε όμως ότι θα δώσουν την αφορμή για περισυλλογή, εγκράτεια και έμφαση σ’ αυτά που έχουν αξία και δεν καταμετρώνται με οικονομικούς δείκτες.
Τι κι αν τα λαμπιόνια στα σπίτια μας δεν είναι πολλά φέτος (κάποια κάηκαν πέρσι και άλλα τόσα αρνηθήκαμε να ανάψουμε εξαιτίας της ΔΕΗ που «καραδοκεί στη γωνία»),
Τι κι αν ο σάκος του Άγιου Βασίλη δεν θα είναι παραφουσκωμένος (ας συμπεριλάβει μονάχα τα απολύτως απαραίτητα για τα παιδιά όλου του κόσμου, εξάλλου, οι μεγαλύτεροι, τα περισσότερα από τα παλιά του δώρα τα καταχωνιάσαμε στη ντουλάπα γιατί είναι «εκτός μόδας»),
Τι κι αν οι κουραμπιέδες, τα γεμιστά μελομακάρονα, οι δίπλες, τα στρούντελ, τα πανετόνε και οι γαλλικές σοκολατολιχουδιές περιοριστούν σε μια χειροποίητη παραδοσιακή βασιλόπιτα (τα γλυκά των παρελθόντων ετών άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στη σιλουέτα μας κι η ζάχαρή τους δεν έφτασε για να γλυκάνει τη στάση μας απέναντι στο συνάνθρωπο)…
Τι κι αν τα πολλά, πλούσια, ακριβοπληρωμένα και αχρησιμοποίητα (μέχρι σήμερα) δώρα των περασμένων εορτών σε συγγενείς και φίλους, περιοριστούν σε λίγες χειρόγραφες ευχές σε μια αυτοσχέδια κάρτα (αληθινή αξία δεν έχουν τα δώρα, αλλά τα συναισθήματα και οι σκέψεις)…
Αύριο που θα περάσω πάλι από την πλατεία για να φτάσω στο γραφείο, θα ξανακοιτάξω υπαλλήλους και περαστικούς στο πρόσωπο, ίσια στα μάτια, γυρεύοντας μια αίσθηση αυτογνωσίας και αληθινής αγάπης κι όχι μιζέρια και κατήφεια. Δίχως την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, όποιο κι αν είναι αυτό, με γνώμονα το Εμείς και όχι το Εγώ, είναι αδύνατο να προχωρήσουμε μπροστά…