Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη
Δημοσιογράφος
Είναι κοινή παραδοχή ότι τέχνη και κρίση έχουν σχέση διαλεκτική. Όμως, αυτή η σχέση είναι άραγε «συγκρουσιακή» περιθωριοποιώντας την τέχνη; Ή μήπως είναι «δημιουργική», πυροδοτώντας την καλλιτεχνική ανησυχία και έμπνευση, που δεν εφησυχάζεται σε χαλεπούς καιρούς;
Στον απόηχο της κρίσης, ένας κυκεώνας σχετικών προβληματισμών έχει αναδυθεί, χωρίς κανείς να μπορεί να απαντήσει με απόλυτη ασφάλεια σε αυτούς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι σχετικές απαντήσεις θα δοθούν στο μέλλον, όταν οι κριτικοί της τέχνης θα κάνουν ιστορική αναδρομή στα έργα της εποχής μας.
Κάποιοι προβληματισμοί εξ αυτών αφορούν την καλλιτεχνική δημιουργία και την προβολή της στον ψυχισμό του κοινού. «Υπάρχει άραγε καλλιτεχνική εγρήγορση σε περιόδους κρίσης ή οπισθοδρόμηση; Μπορεί η τέχνη να συμβάλλει στην ψυχική ανάταση του πολύπαθου κοινού της; Μπορεί η καλλιτεχνική δημιουργία να αποτελέσει ένα αναλγητικό φάρμακο για την κάθαρση της ταραγμένης ψυχής;».
Άλλοι προβληματισμοί συνυφαίνονται υπό το πρίσμα του στεγνού οικονομικού ορθολογισμού. Αντικατοπτρίζουν δηλαδή την υλιστική και χρησιμοθηρική αντίληψη της εποχής μας. «Τι χρειαζόμαστε τους καλλιτέχνες σε χαλεπούς καιρούς; Δεν είναι περιττή η ενασχόληση με την τέχνη; Μπορεί η τέχνη να αυξήσει τους μισθούς, να μειώσει την ανεργία ή το εξωτερικό χρέος της χώρας; Ποιό είναι το κέρδος που μας κομίζει;».
Η αναδρομή στην ιστορία της τέχνης μπορεί να είναι διαφωτιστική σε ένα πρώτο επίπεδο. Μελετώντας την εύκολα, μπορεί κανείς να παρατηρήσει πως σε περιόδους μεγάλων κρίσεων σημειώνεται και μία αξιοσημείωτη πολιτισμική αναγέννηση. Πολλά πρωτοποριακά κινήματα της τέχνης ξεπήδησαν σε περιόδους κρίσης. Συνεπώς, διαχρονικά, είναι ορθή η παραδοχή που θέλει τα καλλιτεχνικά κινήματα να γεννιούνται μέσα από τα «σκαμπανεβάσματα» των οικονομικών κύκλων ή μέσα από τις λαίλαπες πολέμων και γενικότερων καταστροφών. Τα αντλούμενα παραδείγματα, από την ιστορία της τέχνης, είναι αναρίθμητα.
Παραδείγματος χάριν, ο Ντανταϊσμός ξεπήδησε μέσα από τις στάχτες του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Ο Κοινωνικός Ρεαλισμός ακολούθησε τα χρόνια της μεγάλης ύφεσης και του οικονομικού κραχ στην Αμερική του ’30. Συνειρμικά, απορεί κανείς, αν η συνεχόμενη επί τόσα χρόνια κρίση στην οικονομία της Ευρώπης του 21ου αιώνα και ειδικότερα της χώρας μας θα αποτελέσει πηγή έμπνευσης για κάποιο επόμενο καλλιτεχνικό κίνημα.
Πολλοί τείνουν να παραλληλίζουν το δημοσιονομικό εκτροχιασμό της Ελλάδας με την πορεία που ακολούθησε η Αργεντινή. Μπορεί να υπάρξει άραγε αντίστοιχος παραλληλισμός και ως προς την τύχη της καλλιτεχνικής δημιουργίας; Στην Αργεντινή, κατά την κορύφωση της κρίσης που προέκυψε από τη χρεοκοπία της χώρας, συνέβη κάτι απρόσμενο. Ενώ το 60% του πληθυσμού ζούσε κάτω από τα όρια της φτώχιας, η θεατρική σκηνή της χώρας φάνηκε να γνωρίζει άνθηση με 120 θέατρα να λειτουργούν στην πρωτεύουσα, στα οποία ανέβαζαν παραστάσεις περισσότερες από 400 ομάδες και σχεδόν άλλες 150 παραστάσεις να ανεβαίνουν σε αυτοσχέδια θέατρα. Παράλληλα, από το 2005 έως το 2008, η εξαγωγή έργων τέχνης αυξήθηκε κατά 60%, όπως αυξήθηκε θεαματικά κι ο αριθμός των μικρών γκαλερί.
Παράλληλα, η οικονομική κρίση δε φαίνεται να έχει χτυπήσει την πόρτα των δημοπρασιών διάσημων έργων τέχνης του εξωτερικού. Στις 9 Νοεμβρίου του 2011, ενώ οι διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές κατέρρεαν λόγω των αμφιβολιών για το ιταλικό δημόσιο χρέος, η δημοπρασία των Sotheby’s για τη μοντέρνα τέχνη κατέγραψε εισπράξεις κατά 17% μεγαλύτερες από τη υψηλότερη εκτίμηση!!
Πως ερμηνεύονται όμως αυτές οι τάσεις; Φαίνεται πως η καλλιτεχνική έκφραση βρίσκει γόνιμο έδαφος σε πολυτάραχους καιρούς. Εμπνέεται, με άλλα λόγια, από την αταξία και την παρακμή. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί καλλιτεχνική διαστροφή να παραμένει ο καλλιτέχνης δημιουργικος εν μέσω και κρίσης.
Χαρακτηριστική είναι η άποψη που παρατίθεται σε άρθρο του τεχνοκριτικού Μ. Στεφανίδη: «Στην αληθινή Τέχνη – και όχι στη διακόσμηση – τα πράγματα οφείλουν να διεκδικήσουν και την άγρια και τη σκοτεινή όψη τους. Αλλιώς, αυτοακυρώνονται σε έναν χυλό συγκατάνευσης». Η Ελλάδα της κρίσης φαίνεται πως έχει τη δική της σκοτεινή όψη προς ανάδειξη…
Ούτε ακούγεται αλαζονικό το να μιλά κανείς για έμπνευση, όταν η κοινωνία βασανίζεται από το άγχος του βιοπορισμού. Οι καλλιτέχνες ζουν ούτως ή άλλως μέσα σε κλίμα φόβου και ανασφάλειας, οικονομικής και όχι μόνο. Άρα δεν υπάρχει κάτι το οξύμωρο, όσον αφορά το συσχετισμό της έμπνευσης με την κρίση.
Ο καλλιτέχνης τώρα χρειάζεται την τέχνη του περισσότερο από ποτέ. Μέσα από αυτήν, εξωτερικεύει την συσσωρευμένη ανησυχία του και ξεσπά. Δηλώνει παρών ως ενεργός πολίτης, διαδραματίζοντας ένα βαρυσήμαντο κοινωνικοπολιτικό ρόλο. Διαμαρτύρεται μέσα από ένα καταγγελτικό έργο. Προσπαθεί να ενημερώσει και μέσα από μία πολυπρισματική αφήγηση, καταφέρνει να ανατρέψει τον κατεστημένο τρόπο θέασης του πραγματικού. Εκφράζει τα πιο ριζοσπαστικά αιτήματα της κοινωνίας μέσα από έναν τρόπο έκφρασης που είναι πανανθρώπινα κατανοητός. Άλλοτε πάλι, μέσα από τα έργα τους οι δημιουργοί στοχεύουν στην αποτίναξη της μιζέριας. Βάζουν χρώμα και φαντασία στο ζωγραφισμένο με μελανά χρώματα καμβά της καθημερινότητας μας.
Παράλληλα, μέσα από την τέχνη ο καλλιτέχνης μπορεί να συμπαρασταθεί στους πάσχοντες ξεπερνώντας κάθε φορά τα εθνικά σύνορα της χώρας του. Ενδεικτικό παράδειγμα μιας τέτοιας κίνησης αλληλεγγύης είναι η έκθεση που φέρει τον τίτλο “Siamo tutti Greci” που σημαίνει «Είμαστε όλοι Έλληνες». Στα πλαίσια της συγκεκριμένης έκθεσης, 112 Ιταλοί εικαστικοί προέβησαν σε μία συμβολική χειρονομία αλληλεγγύης της Ιταλίας προς την Ελλάδα στην εποχή της κρίσης διαθέτοντας έργα τους για την υποστήριξη του Μουσείου Μπενάκη.
Αναντίλεκτα, οι τέχνες δεν επιφέρουν ένα μετρήσιμο, απτό κέρδος, ούτε μπορούν να αυξήσουν τη ρευστότητα στην αγορά ή να αποτινάξουν το ζυγό του ΔΝΤ. Μπορούν, όμως, να διεγείρουν τις αισθήσεις σε έναν καθόλα γόνιμο και δημιουργικό διάλογο με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Η κρίση μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για ένα άνοιγμα της σκέψης και της δημιουργικής πράξης. Η τέχνη μας κάνει όχι μόνον περισσότερο ευαίσθητους και εκλεπτυσμένους αισθητικά, ψυχικά και ηθικά αλλά και περισσότερο αλληλέγγυους, καθώς μας υποδεικνύει την κοινή, πανανθρώπινη μοίρα μας.
Αν κάτι προσέφερε η κρίση στο χώρο της τέχνης αυτό είναι ότι συνέβαλλε στο να απαγκιστρωθεί από τις εμβόλιμες αξίες στις οποίες την είχαν υποτάξει. Για κάποιους, η τέχνη είχε γίνει σύμβολο υπέρμετρης πολυτέλειας και άκρατου υλισμού. Ρηχά νοήματα, κινήσεις εντυπωσιασμού, φιλανθρωπίες της βιτρίνας, άνευ λόγου προκλητικότητα συνέθεταν το μωσαϊκό της βιομηχανοποιημένης κουλτούρας της τέχνης. Στην πραγματικότητα όμως, η πηγαία και υψηλή δημιουργία της τέχνης θα έπρεπε να απέχει πόρρω από αυτά τα πρότυπα. Η τέχνη δε θα έπρεπε να ακολουθεί τις επιταγές του μάρκετινγκ. Αυτό το ξεκαθάρισμα αξιών στο χώρο της σύγχρονης τέχνης είναι η συμβολή της κρίσης.
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος. Η οδυνηρή συμβολή της κρίσης. Στα πλαίσια της κλυδωνιζόμενης οικονομίας πολλές γκαλερί υπολειτουργούν, ενώ άλλες πασχίζουν για να μην βάλουν λουκέτο. Η τέχνη στην Ελλάδα ήταν ανέκαθεν ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Δίχως άλλο, οι καλλιτέχνες στη χώρα μας είχαν εισπράξει την κρίση προ πολλού. Τα κονδύλια που προορίζονταν για αυτήν ήταν πάντα πενιχρά. Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο με την έλευση της κρίσης. Κρίσης όχι μόνο οικονομικής, αλλά και πολιτιστικής. Πιο συγκεκριμένα, η συλλογή έργων τέχνης είναι μία δραστηριότητα πολυτελείας. Ως τέτοια, πασχίζει για την επιβίωσή της σε περιόδους οικονομικής στενότητας. Οι τιμές των έργων τέχνης κινούνται πτωτικά, κάτι που ευνοεί τους οικονομικά εύρωστους να αγοράσουν.
Ως απότοκο, οι μεσαίοι συλλέκτες εξαφανίστηκαν ενώ για μια ακόμη φορά οι μεγάλοι χαμένοι είναι οι νέοι καλλιτέχνες. Οι γκαλερί προτιμούν την πεπατημένη. Προωθούν δηλαδή τους καταξιωμένους, τα «ηχηρά» ονόματα καλλιτεχνών, αφήνοντας στο περιθώριο τους πολλά υποσχόμενους νέους. Δημιουργικότητα υπάρχει, η διακίνησή της, όμως, χωλαίνει. Η κρίση «ακρωτηρίασε» τη δημιουργική προσπάθεια κάποιων νέων καλλιτεχνών. Τους τρομοκράτησε με απώλεια υλικών αγαθών. Τους φυλάκισε με τη στέρηση του ελεύθερου χρόνου, καθώς έπρεπε να βρουν εναλλακτικές διόδους απασχόλησης. Προώθησε μία κουλτούρα συμβιβασμού και ίσως κάποιες φορές να προήγαγε την ηττοπάθεια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μελανούς πραγματικότητας είναι η ακύρωση της διοργάνωσης «Art Athena» για το 2012. Το γεγονός αυτό αποτυπώνει τη ζοφερή κατάσταση, αφού η Art Athena αποτελούσε ανέκαθεν το κατεξοχήν βαρόμετρο της αγοράς της τέχνης.
Υπάρχει από την άλλη μία μερίδα ατόμων που αντιμετωπίζει την τέχνη μονάχα ως οικονομική επένδυση, κάνοντας το περιβόητο σλόγκαν «η επένδυση στην τέχνη είναι η καλύτερη επένδυση» να ηχεί πιο επίκαιρο από ποτέ. Πολλοί συλλέκτες επιδίδονται σε επιλεκτικές αγορές βασιζόμενοι σε αυστηρά κριτήρια και μακροχρόνιο επενδυτικό προσανατολισμό.
Είναι σίγουρα μία κακή εποχή για την αγορά τέχνης. Από το 2010, η πτώση του τζίρου στα λεγόμενα Greek Sales, στις δημοπρασίες έργων ελλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό, είναι αξιοσημείωτη. Παράλληλα, το σύνηθες ποσοστό πώλησης των έργων, που έφθανε το 80%-85%, έχει πέσει σήμερα περίπου στο 60%. Στις δημοπρασίες προτιμούνται πλέον ολοένα και περισσότερο μεγάλα και ακριβά έργα και όχι έργα που κοστίζουν ως 5.000 ευρώ.
Η πτώση του τζίρου όμως επ’ ουδενί δεν αναιρεί το ότι η παραγωγή έργων μπορεί να είναι πιο δημιουργική και ουσιαστική. Όντως, η αγορά της τέχνης αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση. Όμως η τέχνη ως υψηλή δημιουργία μπορεί να ανθήσει σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς…
Πηγές:
- Η ΑΥΓΗ, Κρίση και τέχνη. Διέξοδοι και αδιέξοδα.
- αθηνόραμα.gr, Δύο εκθέσεις κόντρα στην κρίση.
- metamatic:taf, Η τέχνη σε περιόδους κρίσης.
- ΤΟ ΒΗΜΑ, Κρίση και απόγνωση στην αγορά της τέχνης.
- ΤΑ ΝΕΑ, Η Τέχνη κρίση δεν κοιτά.
- e-go.gr, The Economist — Τέχνη της Ευρω-κρίσης: Το επόμενο μεγάλο κίνημα;