Οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών σε σχέση με την αντιμετώπιση της διαφθοράς σε Ευρώπη, Αμερική & Ελλάδα

Τα επίπεδα της διαφθοράς στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται αδιανόητα από την Ευρώπη και την Αμερική. Στις αναπτυγμένες χώρες υπάρχει ένα ισχυρό κίνημα καταναλωτών το οποίο εποπτεύει τις λειτουργίες του κράτους και παρεμβαίνει σε θέματα που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα ή τη διαχείριση των πόρων.

Θα ήταν αδιανόητο σε μία ευρωπαϊκή χώρα να συμβαίνουν τέτοια γεγονότα αδιαφάνειας όπως που συμβαίνουν στη χώρα μας. Και αυτό δεν οφείλεται στο κράτος, αλλά στις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών οι οποίες έχουν μία ιστορία ανάπτυξης πάνω από ένα αιώνα, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο. Δεν παραβλέπουμε, βέβαια, τα μεγάλα ενδιάμεσα διαλείμματα όπως ήταν ο ολοκληρωτισμός και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος τα οποία ανέστειλαν τη δυναμική τους.

Εξάλλου, από τη δεκαετία του 60 και μετά, στην Ευρώπη έχουμε μία σημαντική ανάπτυξη και έναν ισχυρό πολιτικό ρόλο των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών. Ειδικότερα, μετά την ανάπτυξη των τεχνολογιών της επικοινωνίας, έχουμε μία παγκόσμια έκρηξη των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών που γεννάται από την άμεση, φθηνή και αποτελεσματική επικοινωνία και δικτύωση μεταξύ τους σε περιφερειακή και εθνική κλίμακα.

Η επικοινωνία βοηθά την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και τη σύνθεση κοινωνικού κεφαλαίου. Βεβαίως, οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών υπήρχαν και πριν με τη μορφή συλλόγων αλλά σε τοπική κλίμακα και υπό την κηδεμονία πολλές φορές του πολιτικού συστήματος. Με σκοπό να παίξουν το δικό τους ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό ρόλο, οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών χρειάζονται βέλτιστη επικοινωνία και οριζόντια συνεργασία σε εθνική κλίμακα. Αυτό μπορεί να φάνταζε δύσκολο 30 ή 40 χρόνια πριν, τώρα όμως αποτελεί τη νέα πραγματικότητα.

Ήταν καθοριστική η παρέμβαση του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου πέρυσι ώστε η κοινωφελής εργασία να μη γίνει ένα καμουφλαρισμένο STAGE αλλά να περάσει υπό τον έλεγχο της κοινωνίας πολιτών, εκεί που είναι προσδιορισμένο να λειτουργήσει το πρόγραμμα από το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Ταμείο. Αποτελεί λυπηρή διαπίστωση το γεγονός ότι, τόσο η κρατική γραφειοκρατία όσο και η δημοτική γραφειοκρατία ήθελαν να ακολουθήσουν τις παλαιές πρακτικές των ωφελούμενων οργανώσεων ελίτ.

Συγκεκριμένα, στόχος τους ήταν να δώσουν το πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας, σε 5–10 οργανώσεις οι οποίες θα λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις διαμεσολάβησης της εργασίας, με αποτέλεσμα οι προνομιακές «ΜΚΟ» να πλούτιζαν σε 5 μήνες. Η παρέμβαση του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου ήταν καταλυτική. Το αποτέλεσμα της παρέμβασης αυτής αποτελεί πλέον το γεγονός ότι 200 οργανώσεις υλοποιούν αυτή τη στιγμή προγράμματα κοινωφελούς εργασίας και με αυτή την έννοια αποκτούν εμπειρία η οποία θα είναι πολύτιμη στη συνέχεια για να διαχειριστούν πιο πολυσύνθετα προγράμματα προς όφελος της ίδια της κοινωνίας. Άρα, επετεύχθη μία τομή, και πιστεύω ότι θα γίνουν τομές και σε άλλα προγράμματα όπως είναι π.χ. η Δια Βίου Μάθηση στην οποία πραγματοποιείται πλήρης εκτροπή από το στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Ταμείου.

Στον τομέα αυτό χρησιμοποιείται το ένα τέταρτο των πόρων για υποτιθέμενη Δια Βίου Μάθηση στα σχολεία και με τον τρόπο αυτό δε γίνεται τίποτε άλλο παρά μία έμμεση ενίσχυση αυτού του σαθρού εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα με τη μορφή επιδοτήσεων ή κάλυψη αναγκών της δημόσιας εκπαίδευσης. Διαδικασία σαφώς παράνομη, με την οποία καρπώνονται πόρους αλλότριοι φορείς στερώντας τους με αυτό τον τρόπο από τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών. Πόροι οι οποίοι προορίζονται για την πραγματική Δια Βίου Μάθηση και τη μάθηση εντός της παραγωγής, την ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση και την προετοιμασία στο να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας.

Το σίγουρο είναι ότι το Πανελλήνιο Παρατηρητήριο έχει πολλές προκλήσεις μπροστά του για να αντιμετωπίσει, το ίδιο και η Πανελλήνια Σύμπραξη κοινωνικών οργανώσεων για την κοινωνική οικονομία. Το μεγάλο βήμα όμως έχει γίνει για να συνειδητοποιηθεί αυτή η κατάσταση και για να υπάρξουν αντιστάσεις.

 

Πηγή: socialactivism.gr