Γράφει ο Σταμάτης Κυρζόπουλος,
ιατρός – καρδιολόγος, στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο
συγγραφέας του βιβλίου «Μονόδρομοι και αδιέξοδα: Πολιτών υπέρβαση»
Αναδημοσίευση από την ενημερωτική δικτυακή πύλη news247.gr
«H χώρα δεν μπορεί να επιτύχει, όταν μια διαρκώς συρρικνούμενη μειοψηφία κερδίζει τόσα πολλά, ενώ μια διευρυνόμενη πλειοψηφία δυσκολεύεται να επιβιώσει»
Barack Obama
(από την ομιλία του στην τελετή ορκωμοσίας της δεύτερης θητείας του)
«Πάντα ξέραμε ότι η απεριόριστη αναζήτηση του εγωιστικού συμφέροντος ήταν ηθικά λανθασμένη. Τώρα γνωρίζουμε ότι είναι και οικονομικά λανθασμένη».
Franklin D. Roosevelt
(από την ομιλία του στην τελετή ορκωμοσίας της δεύτερης θητείας του)
Είναι πολλοί που διατείνονται ότι ο Μπάρακ Ομπάμα πασχίζει να περάσει στην ιστορία ως ο Ρούζβελτ του 21ου αιώνα και προσπαθεί να τον μιμηθεί γενικώς, αλλά η ταύτιση απόψεων των δύο σημαντικών αυτών πολιτικών ανδρών, που – όχι τυχαία – βρέθηκαν στο τιμόνι της μεγάλης αυτής χώρας, εν μέσω των δύο πιο βαθιών οικονομικών κρίσεων των τελευταίων 100 ετών, εδράζεται σε μια τόσο αξιακή, όσο και ρεαλιστική θεώρηση, που στην πραγματικότητα πρωτοσυναντάται στον επιτάφιο του Περικλή: ότι, δηλαδή, η προσωπική ευημερία προϋποθέτει και συναρτάται με την ευημερία της πόλεως, μέσω της οποίας και εν πολλοίς τελεσφορεί. Η διαπίστωση είναι κρίσιμη: η ανάκαμψη από την οικονομική κρίση απαιτεί κοινωνική συνοχή, συνείδηση κοινής μοίρας, άμβλυνση των ανισοτήτων. Όχι μόνον γιατί έτσι εξασφαλίζεται ένα μίνιμουμ κοινωνικής γαλήνης και πολιτικής σταθερότητας που είναι απαραίτητα για την οικονομική ανάπτυξη, αλλά γιατί πιθανότατα η έκρηξη των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων είναι και οικονομικά αντι-παραγωγική και μπορεί να συμπεριληφθεί στα αίτια που οδήγησαν στην οικονομική κρίση.
Με την ακραία φιλελεύθερη οπτική θέασης της οικονομίας και της κοινωνικής οργάνωσης διαφωνώ σε πάρα πολλά, αλλά σίγουρα συμφωνώ σε τούτο: υπάρχουν κάποιες βασικές υλικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να μπορεί να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα, θεσμούς. Για να συζητήσουμε για κατανομή του πλούτου πρέπει κατ’ αρχάς να παράγεται πλούτος. Από την άλλη πλευρά είναι εντυπωσιακή η αδυναμία των νεο-φιλελευθέρων να κατανοήσουν ότι η θεμελιώδης αυτή διαπίστωση που διατυπώνουν ισχύει και αντιστρόφως: όταν ένα διαρκώς διευρυνόμενο ή και πλειοψηφικό τμήμα της κοινωνίας περιθωριοποιείται και αδυνατεί να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη της επιβίωσης (εργασία, στέγη, τροφή), οι ελάχιστες κοινές παραδοχές και συναινέσεις που απαιτούνται για την λειτουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας τίθενται εκ των πραγμάτων εν αμφιβόλω.
Η παράθεση αριθμών είναι μάλλον άχαρη, αλλά εν προκειμένω φωτίζει, νομίζω, την πραγματικότητα:
Σύμφωνα με έκθεση της οργάνωσης Οxfam οι 100 πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη είχαν το 2012 κέρδη 240 δις δολαρίων, περισσότερα από αυτά που απαιτούνται για την καταπολέμηση της ακραίας φτώχειας των ανθρώπων που ζουν με λιγότερο από 1 δολάριο την ημέρα που, ενώ το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού έχει αυξήσει τα εισοδήματα του κατά 60% τα τελευταία 20 χρόνια, με την κρίση να επιταχύνει την ενίσχυση τους. Παραπλήσιες είναι και οι διαπιστώσεις του ΟΟΣΑ.
Σύμφωνα, τέλος, με μελέτη της Κεντρικής Τράπεζας των Η.Π.Α. οι διευθύνοντες σύμβουλοι των 100 μεγαλυτέρων αμερικανικών επιχειρήσεων τη δεκαετία του ’70 είχαν 40 φορές μεγαλύτερη ετήσια αμοιβή από έναν μέσο εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης, ενώ 30 χρόνια μετά αυτή η αναλογία είναι 357:1.
Είναι μάλλον σαφές ότι η θεωρία και η πρακτική εφαρμογή των tricκle-down economics (γνωστά και ως reagan-omics), όπου οι πολιτικές φοροαπαλλαγών και κάθε είδους διευκολύνσεων για τους πολύ πλουσίους και τις περιουσίες τους, θα οδηγούσαν σε συσσώρευση κεφαλαίου, επενδύσεις, παραγωγή πλούτου, νέες θέσεις εργασίας και διάχυση από πάνω προς τα κάτω (trickle-down) του πλούτου και στα χαμηλότερα εισοδήματα, δεν είχε τα αποτελέσματα που η μονεταριστική ορθοδοξία υπόσχονταν και εξακολουθεί να υπόσχεται. Το ζήτημα δεν είναι ότι κάποιοι κέρδισαν περισσότερα και κάποιοι συγκριτικά λιγότερα και διευρύνθηκαν έτσι οι ανισότητες με μια όμως συνολική βελτίωση του μέσου βιοτικού επιπέδου, η πραγματικότητα είναι ότι κάποιοι απολαμβάνουν όλο και πιο εξωφρενικά πλούτη, ενώ όλο και περισσότεροι βουλιάζουν στην ανέχεια και την απελπισία ακόμη και στον υποτιθέμενο αναπτυγμένο κόσμο. Το πρόβλημα προφανώς και δεν είναι η ελλιπής συσσώρευση κεφαλαίου, αλλά η νομαδική, σχεδόν πειρατική κινητικότητα υπαρκτών και «λογιστικών» κεφαλαίων στο αυτονομημένο χρηματοπιστωτικό «σύμπαν», τα οποία αφενός δεν επενδύονται σε καμία παραγωγική διαδικασία και αφετέρου πρακτικώς δεν φορολογούνται πουθενά.
«Όλα αυτά είναι αναπόδραστο αποτέλεσμα της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου, της παγκοσμιοποίησης, των δημογραφικών μεταβολών», θα ισχυρισθούν κάποιοι. Έχουν εν μέρει δίκιο, αλλά νομίζω ότι σκοπίμως υποβαθμίζουν την επικράτηση συγκεκριμένων ιδεολογικών αντιλήψεων και πολιτικών επιλογών στα τελευταία 30 χρόνια σε ολόκληρο σχεδόν τον δυτικό – και όχι μόνο – κόσμο. Δεν ήταν απολύτως αναπόδραστη η επίταση της ακραίας ανισότητας, προέκυψε ως αποτέλεσμα εφαρμογής μιας συγκεκριμένης ιδεολογικο-πολιτικής αντίληψης. Και στο κάτω-κάτω της γραφής, η πολιτική δεν είναι φυσική επιστήμη να περιγράφει τα κοινωνικά δρώμενα με βάση κάποιους υποτιθέμενους «σιδερένιους και απαράβατους νόμους της φύσης», υπάρχει για να παρεμβαίνει και να αλλάζει τα δεδομένα, και ειδικά στις δημοκρατίες σύμφωνα με τις βουλές της πλειοψηφίας.
Η έντονη πόλωση στο πολιτικό κλίμα, η διχαστική ρητορική, η διαρκής όξυνση, οι μετωπικές αντιπαραθέσεις, η απουσία συγκλίσεων και κοινών τόπων δεν είναι μόνο αποτέλεσμα πολιτικής στρατηγικής, κομματικών τακτικισμών και του θλιβερού επιπέδου της πλειοψηφίας του πολιτικού προσωπικού. Έχουν δημιουργηθεί οι κοινωνικές προϋποθέσεις ενός νέου τύπου, αλλά, πιθανότατα, ιδιαίτερα επικίνδυνου για τον κοινοβουλευτισμό, διχασμού. Η δημοκρατία εδράζεται και προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ευρείας συναίνεσης σε ότι αφορά τη συντήρηση και την αναπαραγωγή των θεμελιακών αρχών που διέπουν την κοινωνική συνύπαρξη, αλλά και τη δυνατότητα εναλλαξιμότητας των προσώπων που ασκούν εξουσία αλλά και -κυρίως- των πολιτικών που ασκούνται.
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας -και όχι μόνο σ’ αυτήν- οι βασικές αυτές παραδοχές έχουν πάψει να είναι αυτονόητες. Η κοινωνία σαρώνεται από την κρίση και αδυνατεί να αναπαράξει τις στοιχειώδεις δομές της. Μια γενιά ολόκληρη έχει αποκλεισθεί από την οικονομικά ενεργό ζωή, πριν καν ξεκινήσει, η δυνατότητα στοιχειώδους επιβίωσης τίθεται για όλο και περισσότερους εν αμφιβόλω, ενώ η μεσαία τάξη, δηλαδή οι άνθρωποι, που χωρίς να είναι πλούσιοι, μπορούσαν να μετέχουν με σχετική ασφάλεια στην κοινωνική ιεραρχία αφανίζεται ή απειλείται με αφανισμό. Η μεσαία τάξη είναι σε όλες τις δημοκρατίες η ραχοκοκαλιά της κοινωνικής συναίνεσης που απαιτείται, για να διασφαλίζεται ο σεβασμός στη λειτουργία των θεσμών και στο ίδιο το δημοκρατικό ιδεώδες. Μια κοινωνία που -στο μεγαλύτερο μέρος της- φτωχοποιείται, αισθάνεται αδικημένη και στερείται ελπίδας και -κυρίως- ρεαλιστικής πολιτικής εναλλακτικής, είναι μια κοινωνία της οποίας οι δημοκρατικοί θεσμοί κινδυνεύουν.
Καλά και άγια «Ο Νόμος και η Τάξη», και η «προάσπιση της νομιμότητας», δημοσκοπικά αποτελεσματική ενδεχομένως «η πολιτική Πυγμής», αλλά δεν αρκούν.
Καλό το καπάκι στη χύτρα, αλλά πρέπει να πέσει και η θερμοκρασία στο μάτι της κουζίνας.
Απαιτούνται επειγόντως μέτρα ενίσχυσης των οικονομικά ασθενέστερων και προστασίας των βαρύτερα πληττόμενων από την κρίση συμπολιτών (π.χ. διαβάστε μια τεκμηριωμένη και κοστολογημένη πρόταση για τα σχολικά γεύματα από τον καθηγητή κύριο Ματσαγγάνη).
Η λιτότητα είναι ως ένα βαθμό αναπόφευκτη, για να έχει όμως κάποια διατηρήσιμα αποτελέσματα, πρέπει να γίνει και στοιχειωδώς δίκαιη.
Θα ήταν νομίζω ωφέλιμο για τις εγχώριες και τις ευρωπαϊκές πολιτικές και οικονομικές ελίτ να διαβάσουν πως τεκμηρίωνε το 1881 ο Μπίσμαρκ την ανάγκη θεμελίωσης αυτού που αργότερα μάθαμε να αποκαλούμε κοινωνικό κράτος, και που αποτελεί την ουσία του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. «Η κυβέρνηση», εξηγούσε, «οφείλει να καλλιεργεί στις τάξεις του πληθυσμού που δεν διαθέτουν ιδιοκτησία και είναι πολυπληθέστερες, την αντίληψη ότι το κράτος δεν αποτελεί μόνο θεσμό ανάγκης, αλλά και θεσμό ευημερίας. Με αναγνωρίσιμα και άμεσα πλεονεκτήματα, θα πρέπει να οδηγηθούν στην αντίληψη ότι το κράτος δεν είναι μόνο ένα όργανο διαμορφωμένο για την προστασία των ανώτερων κοινωνικών τάξεων, αλλά και για την εξυπηρέτηση των δικών τους αναγκών και συμφερόντων».
Αυτό που είχε κατανοηθεί στη Γερμανία του Κάιζερ και στον 19ο αιώνα, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό στη -γερμανική- Ευρώπη του 21ου αιώνα;
Ή μήπως δεν είναι ζήτημα αντιλήψεως;
Y.Γ. Ένα βραχύ σχόλιο σχετικά με την υπόθεση της μεταχείρισης των συλληφθέντων για την ένοπλη ληστεία στον Βελβενδό Κοζάνης: Μια συντεταγμένη δημοκρατική πολιτεία τιμωρεί, αλλά δεν εκδικείται.
Αλήθεια τι απέγινε εκείνη η υπόθεση με την υπουργική μήνυση στον βρετανικό Guardian για τα δημοσιεύματα του περί βασανισμών από την ΕΛ.ΑΣ.;
Πηγή:
Ενημερωτική Δικτυακή πύλη «news247.gr» (7/2/2013)