Γράφει ο Γιάννης Διαβάτης
Έβλεπα, άκουγα, σκεφτόμουν και έχτιζα μες στη σκέψη μου τη σύνθεση του κόσμου, έτσι όπως αυτή είναι στην επιφάνειά της και όπως, νομίζω, θα έπρεπε να είναι στο περιεχόμενό της.
Περίμενα, επί μια ώρα σε στάση λεωφορείου (άλλο κακό και αυτό με τις ελληνικές συγκοινωνίες) για κάποιο μακρινό προάστιο των Αθηνών. Παρακολουθούσα τις συζητήσεις σε «πηγαδάκι» που είχαν «ανοίξει» 7-8 συμπολίτες δίπλα μου σε σχέση με την ανεργία. Επικρατούσε μια απέραντη φλυαρία, επί των διαπιστώσεων, μια στείρα επίδειξη ρητορικής τέχνης, προτάσεις ανεδαφικές και ουρανομήκης αμετροέπειας, λεονταρισμοί, φωνές που σκέπαζαν η μια την άλλη και η συγκίνηση, έτσι αδόμητη, καθώς ήταν, κατέληξε σε ένα «τίποτα».
Σκέφτηκα πόσο μακριά είναι η «πολιτικολογία» από την «πολιτική πράξη» κάνοντας συνειρμό με τη δομημένη συζήτηση που είχαμε ακριβώς την προηγούμενη ημέρα σε κάποια συγκέντρωση. Εκεί κάποιοι φορείς «Κοινωνικής Οικονομίας», στο «Πανελλήνιο Παρατηρητήριο της Κοινωνίας Πολιτών», συζητήσαμε, με προκαθορισμένο, συγκεκριμένο θέμα, με αρχή, μέση και αποτέλεσμα. Περίπου, στο ίδιο χρονικό διάστημα, μιας/μιάμισης ώρας, είχαμε ανταλλάξει σπουδαίες σκέψεις για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί το εγκαταλελειμμένο, ρυπογόνο και αναδεδειγμένο ως στέκι εγκληματικών στοιχείων, Πεδίο του Άρεως. Έχει, ήδη, δρομολογηθεί και –βάσει σχεδιασμού– με πρωτοβουλία της ΑμΚΕ «Ερύμανθος» και άλλων ΟΚΠ επίκειται η αναζωογόνηση του πάρκου. Εκεί, μέσω του «επιδοτούμενου (?) εθελοντισμού» θα παραχθούν κάποιες θέσεις απασχόλησης που είναι, σίγουρα, κάτι καλύτερο από την εξοντωτική απραξία της ανεργίας.
Παρενέβην, στη συζήτηση που γινόταν δίπλα μου εξηγώντας πως είχα βρεθεί και εγώ σε δυσχερή θέση, λόγω, της οικονομικής κρίσης, αλλά μέσω των εθελοντικών οργανώσεων βρήκα μια κάποια στήριξη, επίσης πως έχει, ήδη γίνει μια καλή αρχή με την οργανωμένη δράση της «Κοινωνίας των Πολιτών» προς δημιουργικές κατευθύνσεις όπως π.χ. είναι η σύσταση «Κοινωνικών Επιχειρήσεων». Είπα ακόμη για την πρωτοβουλία μας, να αναζωογονήσουμε το πάρκο στο Πεδίο του Άρεως και με τον Δήμο Αθηναίων, όχι μόνο να συμπαρίστανται σε αυτή την προσπάθεια, αλλά να επιζητά και άλλες πρωτοβουλίες τέτοιου είδους.
Είχα την τύχη να με ακούνε με προσοχή. Καταλήγοντας, ρώτησα αν κάποιος από τους συνομιλητές είχε κάποια ανάλογη δράση. Αλληλοκοιτάχτηκαν, ψέλλισαν κάποια διστακτικά «όχι» κάποια μισόλογα και απεδείχθη πως ήταν απληροφόρητοι για τη «ζύμωση» που γίνεται από τους πολίτες που έχουν οργανωθεί σε δράσεις εθελοντισμού και «επιδοτούμενου» εθελοντισμού, ή ακόμα χειρότερα, είχαν εσφαλμένη γνώση για το έργο των σχετικών οργανώσεων. Κάποιος μου ζήτησε πληροφορίες και το τηλέφωνό μου για να μάθει περισσότερα για τις δράσεις του οργανωμένου εθελοντισμού. Αλλά μόνον ένας! Απογοητευτικό! Γιατί οι άνθρωποι αναζητώντας το «ευκταίο» χάνουν το «εφικτό»;
Γιατί άραγε, το καλό παράδειγμα δεν διαδίδεται;
Γιατί, οι «καλές πρακτικές», να μην διδάσκουν τόσα όσα ο δρόμος και ποια είναι η διαφορά;
Ο δρόμος διδάσκει για τη Ζωή έτσι όπως αυτή είναι, χωρίς βιτρίνα, με τις ομορφιές και τις ασχήμιες της, αλλά χωρίς ορθολογισμό, χωρίς σχεδιασμένη βούληση, χωρίς εποικοδομητική πρωτοβουλία.
Το καλό παράδειγμα, ή «καλές πρακτικές» διδάσκουν για τη σχεδιασμένη, την ορθολογισμένη πρωτοβουλία.
Στην πρώτη περίπτωση κοιτάζουμε παθητικά τη ζωή, στη δεύτερη παίρνουμε τη μοίρα στα χέρια μας. παλεύουμε. Συγκεντρώνουμε πληροφορίες, τις αξιολογούμε, τις αξιοποιούμε, σχεδιάζοντας, δρώντας, και σπάζοντας τη φυλακή της απραξίας, ακόμα και αν αυτή η «αδράνεια» είναι κατανοητή μετά από τις πολλές απογοητεύσεις μας, προσπαθώντας να βρούμε μια θέση απασχόλησης/εργασίας.
Δράσεις υπάρχουν πολλές και όλες μπορούν να δώσουν μια ανάσα στη λαχανιασμένη ψυχή του ανέργου και του απογοητευμένου πολίτη.
Ο R. Kipling στο “If” έγραψε «… αν πέφτεις μια φορά να σηκώνεσαι δυο…» και σε αυτή τη άποψη προσχωρώ, όχι ως «στεργιανός καπετάνιος», όχι ως «άκαπνος πολεμιστής», αλλά ως «μουσκεμένος ταξιδιώτης» μέσα στην μπάρα της ζωής μου.