Από την τηλεόραση στο διαδίκτυο. Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν;

Γράφει η Άντρη Γεωρνταμιλή, Επικοινωνία & Media


In the future, everyone will be world-famous for 15 minutes”, είπε ο μακαρίτης Andy Warhol κάπου στα τέλη των ’60. Το άμεσο μέλλον δεν τον διέψευσε, το απώτερο, όμως, τον κάνει ήδη να φαίνεται ξεπερασμένος. Δεν είναι μακριά οι εποχές που τα reality shows και οι εκπομπές «ανάδειξης ταλέντων» έκαναν τα μηχανάκια της AGB να τρελαίνονται. Πόσοι ξεχάσαμε εκείνη την πρωτοχρονιά που τα πρώτα μηνύματα για τη χιλιετία αντί ευχών έγραφαν, «Τα πήρε ο Τσάκας»; Σήμερα, βρισκόμαστε ακριβώς μετά από μια δεκαετία ανάδειξης της αναγνωσιμότητας σε αυταξία.

thl-int

 

You can be a starδιαφήμιζε το σλόγκαν και μικροί διάττοντες αστέρες έκαναν το πέρασμά τους από την πασαρέλα της δημοσιότητας. Εισιτήριο εύκολου πλουτισμού και αρπαχτής; Εύκολη καθιέρωση σε επαγγελματικούς χώρους που τροφοδοτούν το θέαμα; Ματαιοδοξία; Σίγουρα, κάτι απ’ όλα αυτά ή και όλα αυτά. 

 

Και τώρα λοιπόν, υποταχθείτε… στη δύναμη του Μέσου!

thl-int1

  

Η έννοια της μιντιοκρατίας δεν αφορά μόνο τη διαπλοκή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας με τα media αλλά, συνάμα, έγκειται στο ρόλο που διετέλεσαν τα λεγόμενα «Νέα Μέσα» στη διαμόρφωση κοινής συνείδησης και μαζικής κουλτούρας και στο βαθμό που αυτά κυριάρχησαν πάνω στη δημόσια ζωή, στην ύστερη νεωτερικότητα, με τρόπο, μάλιστα, μαζικό και καθολικό. Ακόμη, κι αν εξέλειπε το φαινόμενο της διαπλοκής ή της κατευθυνόμενης δημοσιογραφίας, είναι κοινή διαπίστωση ότι, για παράδειγμα, η Τηλεόραση ως μέσο απέκτησε μια σχεδόν μαγική δύναμη που χαρακτηρίζει απόλυτα την εποχή μας ακόμη και σήμερα. Κάθετί που προβάλλεται και προσλαμβάνεται μαζικά δημιουργεί το κοινό πεδίο γνώσης του κόσμου μας στις δυτικές κοινωνίες, και μάλιστα για τις νεότερες γενιές από την πρώιμη, κιόλας, παιδική ηλικία. Ας συλλογιστούμε, αντίστοιχα, πόση επιρροή έχει ασκήσει πάνω στο κοινωνικό σώμα η τηλεόραση, στην αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας γενικότερα.

 

Στα χρόνια που προηγήθηκαν της έλευσης του διαδικτύου και ειδικά του web 2.0, η «Επικοινωνία» νοούμενη ως μια «μονοφασική διαδικασία» και κατά βάση ως «τεχνική» δεν κατάφερε τίποτα περισσότερο από το να συμβάλει τα μέγιστα στην οικονομική κερδοφορία και στην κατασκευή υπηκόων. Αυτά δεν αναφέρονται με σκοπό την εξιδανίκευση ή νοσταλγία περασμένων χρόνων, αλλά για λόγους ανάδειξης της πολυπλοκότητας της εποχής. Ακόμη κι αν αλλάζουν οι συσχετισμοί δύναμης ανάμεσα στο είδος των Μέσων, με το ίντερνετ πλέον να κλέβει τα πρωτεία, οι νοοτροπίες που δημιουργήθηκαν από την έλευση της ιδιωτικής τηλεόρασης κι έπειτα, παραμένουν, εν πολλοίς, βαθειά ριζωμένες στις κοινωνικές συνειδήσεις.

  

 «Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» (J.J.Meyer)

 

«Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» γράφει με τεράστια γράμματα στην κεντρική αίθουσα της Ένωσης Συντακτών. Δεν γράφει όμως, ότι δεν αρκεί η δημοσίευσις! Έτρεχε, λοιπόν, καθείς να βρει το δίκιο του στο «γυαλί». Απολυμένοι, δαρμένοι, εξαπατημένοι, αγανακτισμένοι –και η λίστα των παθόντων δεν έχει τέλος- έβλεπαν στην τηλεόραση ένα «αποκούμπι», ένα δίαυλο διαμεσολάβησης του προβλήματός τους προς τα ανώτερα κλιμάκια της πολιτικής εξουσίας αλλά κυρίως ένα μέσο πίεσης – τιμωρίας των εκάστοτε υπευθύνων. Ο τρόπος να ακουστεί ο πολίτης δεν ήταν η κοινωνική και πολιτική του δράση που θέτει χαρακτηριστικά, μέσα και στόχους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις ο πόλεμος της εικόνας και η στείρα διαμαρτυρία σε σημείο που ο εθισμός στην κατανάλωση εικόνων και δραματοποιημένων αφηγήσεων να λειτουργεί κατευναστικά. Σχεδόν, καθησυχαστικά. Όπως, έγραψε σε πρόσφατο άρθρο της Φωτεινής Τσαλίκογλου ( «Ο άστεγος ως φάρμακο» 29/01/2012, «Το Βήμα») η εικόνα της φρίκης ή της αδικίας μπορεί να εθίσει, να ξορκίσει, να εξιλεώσει, να ησυχάσει. Ο τηλεθεατής τελικά, μοιράζεται ένα βίωμα, ένα συναίσθημα, μια κρίση ακόμη κι αν δεν συμμετείχε ποτέ στην παραγωγή τους και αισθάνεται να είναι μέρος αυτού που συμβαίνει. «Αισθάνεται» δρων ακόμη κι αν δεν έχει συμμετάσχει σε καμία συλλογική δράση ή διεργασία διαμόρφωσης κοινωνικών ή πολιτικών γεγονότων.

 

Το κυρίαρχο μέσο της εποχής, λοιπόν, έγινε από μέσο ενημέρωσης και επικοινωνίας ένα μέσο που επέτεινε την αδράνεια των ήδη αδρανούντων και ταυτόχρονα διόγκωσε την αλλοτρίωση των ανθρώπων στις σύγχρονες κοινωνίες γιατί χάθηκε σε μεγάλο βαθμό η ουσία της άμεσης επικοινωνίας και των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων απαλλαγμένων από «τηλεοπτικά παράσιτα». Η είδηση είτε ως προϊόν είτε ως αληθινό γεγονός καταναλωνόταν –και καταναλώνεται- για αλλότριους σκοπούς από αυτούς της καθαρής ενημέρωσης. Μάθαμε, λοιπόν, στην πλειονότητά μας ως κοινωνία να κρεμόμαστε από τα χείλη μιας ολιγαρχίας δημοσιογράφων, πολιτικών, διανοούμενων και καλλιτεχνών που ανακηρύχτηκαν σε αυθεντίες και «καθοδηγητές γνώμης» και διαμόρφωναν το χάρτη της δημόσιας σφαίρας με τον πολίτη κάπου στην άκρη του πλάνου, να προσδίδει δημοκρατικό άλλοθι.

  

Κι ύστερα ήρθε το internet, η δημοσιογραφία πολιτών, οι bloggers και τα social media. Κάτι άλλαξε, αλλά κάτι έμεινε ίδιο.

  

Σήμερα, πλέον, με την αύξηση της προσβασιμότητας στο διαδίκτυο, δεν χρειάζεται η διαμεσολάβηση ενός δημοσιογράφου για να εκθέσει ο καθένας μια άποψη ή μια ιδέα σε μαζικό επίπεδο. Μάλιστα, οι νέες «έξυπνες» συσκευές έφεραν τη δυνατότητα της δημοσιοποίησης «περιεχομένου» σε ένα δεδομένο δίκτυο «επαφών» στα social media άμεσα, σχεδόν οπουδήποτε και ανά πάσα στιγμή.

 

Η ταχύτητα και η μαζικότητα διάδοσης, όμως, μπορούν να αντικαταστήσουν την ουσία; Μπορείς να δημιουργηθεί ένα δίκτυο αυτοοργάνωσης και δράσης αν δεν δοκιμάζονται σταδιακά οι σχέσεις, η συνεργασία, η δράση και η τεχνογνωσία; Και εν τέλει, είσαι πράγματι εσύ που γράφεις στο Facebook ή η περσόνα που δημιούργησες για σένα;

  

Τα ερωτήματα δεν τίθενται ρητορικά. Τα άτομα στην περίπτωση που συμμετέχουν επώνυμα σε διαδικτυακές κοινότητες και δίκτυα ανθρώπων οι οποίοι δεν γνωρίζονται δια ζώσης έχουν την τάση να χτίζουν την «εικόνα» του εαυτού τους. Γίνονται image makers της μικρής τους διασημότητας και αναζητούν κοινό (followers, friends) και φιλοφρονήσεις (likes). Έρευνες έχουν δείξει, μάλιστα, ότι αυτού του είδους η ενασχόληση με τα social media των πολύ ενεργών χρηστών, η διαρκής παρακολούθηση και ανταπόκριση σε όσα γράφονται έχει αυξήσει το καθημερινό τους άγχος καθώς είναι σε μια διαρκή προσπάθεια ελέγχου της ροής της πληροφορίας.

 

Εκθέτουν σε τέτοιο βαθμό τον εαυτό τους που πρέπει διαρκώς να προσέχουν αν αυτό που ειπώθηκε είναι αντικειμενικά σωστό, ευρέως αρεστό και ωφέλιμο για κάθε συνθήκη της ζωής τους. Μαθαίνουν, με άλλα λόγια, να αυτοπειθαρχούν προκειμένου να μην διαβάσουν «λάθος» άνθρωποι ακατάλληλες πληροφορίες (βλ. προηγούμενο άρθρο στην “Social Activismεδώ). Αυτού του είδους ο «νέος πανοπτισμός» με την μορφή της αλλληλοεπιτήρησης δεν υπόσχεται μόνο διαφάνεια, αλλά και ορατότητα του ατόμου απέναντι σε μη ομότιμους και «καλοπροαίρετους» συνομιλητές (π.χ. ένας εργοδότης) ή ακόμα σε πρόσωπα και φορείς που δεν συνδιαλέγονται αλλά παρατηρούν, καταγράφουν ή προωθούν τάσεις (π.χ. καταναλωτικές).

  

Το σύστημα τούτο είναι σημαντικό, διότι επιτρέπει

την αυτοματοποίηση και την απο-ατομίκευση της εξουσίας.

Η εξουσία βασίζεται τώρα πολύ λιγότερο σε ένα άτομο

και πολύ περισσότερο σε μια προσχεδιασμένη κατανομή

των σωμάτων, των επιφανειών, των φωτών, των βλεμμάτων

σ’ ένα σύνολο από εσωτερικούς μηχανισμούς που παράγουν οι ίδιοι

τη σχέση όπου παγιδεύονται τα άτομα”

[Foucault M., 1976, «Επιτήρηση και Τιμωρία» εκδ. Ράππα (2004),
κεφ. 3 «ο Πανοπτισμός»,σελ. 267]

 

Άλλες φορές πάλι, επιλέγεται από τους χρήστες η ανωνυμία. Οι ανώνυμες «περσόνες» συμβαίνει να απεκδύονται πιο εύκολα από αναστολές και φόβους είτε απέναντι στον εκάστοτε φορέα εξουσίας είτε απέναντι σε ένα ισότιμο συνομιλητή και να εκφράζονται πιο αυθόρμητα και ειλικρινά. Η γοητεία και η δύναμη του διαδικτύου είναι ότι εγγυάται σε ένα βαθμό την ανωνυμία, την ατέρμονη ελευθερία του να μπορούν να ειπωθούν τα πάντα δημόσια μέσα από διάλογο ή μονόλογο. Πόσο, όμως, αυτή η λυτρωτική διαδικασία λειτουργεί εκτονωτικά και πόσο ο χρήστης εκπαιδεύεται ως πολίτης να υπερασπίζεται μια άποψη και να περνά από τις διαπιστώσεις στην σύνθεση των απόψεων και τη δράση μέσα σε φυσικά περιβάλλοντα, στις διάφορες καθημερινές και αυτόνομες «δημόσιες σφαίρες» στις οποίες είναι συμμέτοχος «ψύχη τε και σώματι»;

thl-int2

 

Επίσης, στη δυναμική που διαθέτει το διαδίκτυο συμπεριλαμβάνεται η δυνατότητα του οποιουδήποτε να συμμετέχει στη  δημόσια επικοινωνιακή διαδικασία. Η καθολικότητα αυτή, όμως, δεν μπορεί να λογίζεται ως πραγματική, υπαρκτή και δεδομένη σε κάθε τόπο και χρόνο καθώς η πρόσβαση στα τεχνολογικά μέσα διαφέρει ανά τον κόσμο, ενώ ακόμη και στην «ανεπτυγμένη» Δύση η ταξική ανισότητα προσδιορίζει σε μείζονα βαθμό την πρόσβαση στη γνώση και κυρίως στα μέσα τεχνολογίας. Να μη λησμονούμε άλλωστε, όπως είχαμε παρουσιάσει στην έρευνα της «ΚτΠ», ότι στην Ελλάδα του 21ου αιώνα σχεδόν ένα στα δύο νοικοκυριά διαθέτει έστω H/Y, γεγονός που κάνει τους οικονομικά ασθενέστερους και κοινωνικά αποκλεισμένους να καθίστανται «μη πολίτες» στην κατά πολλούς «ηλεκτρονική δημοκρατία».

 

Η απόσταση από την ιδιώτευση στον κοινωνικό ακτιβισμό δεν απέχει μόνο ένα «κλικ».

 

Στο βαθμό που η ενεργός δράση και ο κοινωνικός μετασχηματισμός, με όποιον τρόπο τα αντιλαμβάνεται καθείς, αποτελούν ζητούμενα, μένει να αναρωτηθούμε γιατί το διαδίκτυο με τόση δύναμη, με τη δύναμη των πολλών, δηλαδή, δεν έχει δημιουργήσει τις συνθήκες της κοινωνικής αλλαγής αν και είναι κοινός τόπος ότι έχει επιταχύνει διαδικασίες κοινωνικού ακτιβισμού; Από τον τρόπο που συνδέθηκαν τα κινήματα της Ευρώπης με τους αγώνες των αυτοχθόνων της Λατινικής Αμερικής μέχρι τις δυνατότητες που παρέχουν σήμερα τα social media στους εξεγερμένους λαούς χωρών της Μέσης Ανατολής είναι αναμφισβήτητο ότι έχει λειτουργήσει κάτι παραπάνω από ενισχυτικά.

 

Αλλά δεν αρκεί η τεχνολογία και μια απροσδιόριστη επιθυμητική κατάσταση των πολιτών για να διαμορφωθεί ένα κίνημα. Όπως έχουμε ξαναγράψει, τα ηλεκτρονικά δίκτυα δεν μπορούν να βρουν υλική βάση και να μετουσιωθούν σε κάτι δημιουργικό αν οι άνθρωποι μένουν κλεισμένοι σε γραφεία, σε σαλόνια και καφέ. Αν δεν προϋπάρχει η θέληση, η ζύμωση, η παραγωγή σκέψης και εν τέλει η δράση, τότε η τεχνολογία δεν έχει καμία δυνατότητα να υποκαταστήσει τον άνθρωπο. Στο βαθμό που ο πολίτης έχει γαλουχηθεί και έχει μάθει να ζει μέσα στην ιδιώτευση, το διαδίκτυο από μόνο του δεν θα φέρει κοινωνική ανάταση. Ο ηλεκτρονικός ακτιβισμός μέσα στην ευκολία της συνθήκης που τον γεννά δεν εγγυάται τη μετεξέλιξή του σε ουσιαστική δράση. Γι’ αυτό, και πριν μας παρασύρουν τα «κενά δαιμόνια», πρέπει να επικεντρωθούμε πρώτα στα «καινά δαιμόνια», δηλαδή, στα περιεχόμενα και τις ιδέες και στο πως δοκιμάζονται στην πράξη από συλλογικότητες ανθρώπων και δίκτυα.

 

Πριν διαδώσουμε την έλευση του «φωτός» ας μάθουμε στην πράξη πως αλλάζει μια λάμπα!

  

Πηγές:

Δεμερτζής Νίκος, «Πολιτική Επικοινωνία», εκδ. Παπαζήση, 2002
Σόρογκας Ευάγγελος , «Το φαινόμενο των ριάλιτι», εκδ. Καστανιώτη, 2004
Συλλογικό Έργο, «Τα μέσα επικοινωνίας στον 21ο αιώνα», εκδ. Καστανιώτη, 2011
Συλλογικό Έργο (Αντόρνο, Λόβενταλ, Μαρκούζε, Χορκχάιμερ), 1986, «Τέχνη και μαζική κουλτούρα» (scribd), εκδ. Υψιλον, 2005
Foucault
Michael, 1976, «Επιτήρηση και Τιμωρία», εκδ. Ράππα, 2004
Thompson B. John, «Νεωτερικότητα και Μέσα Επικοινωνίας», εκδ. Παπαζήση
, 1999

 

Επίσης, δείτε:
«Ο Πανοπτισμός στα Κοινωνικά Δίκτυα» http://alxarch.wordpress.com
«Η επικοινωνία ενός (α)όρατου κόσμου – Η επικοινωνιακή ψυχολογία σε περιβάλλοντα δικτύων υπολογιστών», Διονύσης Πάνος, 1998
«Συχνότητες», Περιοδική Έκδοση του Ινστιτούτου Οπτικοακουστικών Μέσων Ιανουάριος-Μάρτιος 2009 (pdf)