Υπηρεσίες Υγείας και Κοινωνία Πολιτών – Εκκλησία

Γράφει ο Φώτης Παπαϊωάννου
Κοινωνιολόγος

 

Ο χώρος της υγείας και της κοινωνικής πολιτικής-όπως και τα περισσότερα πεδία κοινωνικής ζωής- χαρακτηρίζονται από τη «σφραγίδα» της κρατικής παρέμβασης, είτε άμεσης (επίσημοι κρατικοί φορείς, ιδρύματα, νοσοκομεία, εργαστήρια, κέντρα ψυχικής υγείας, ξενώνες, βρεφοκομεία κ.ά.) είτε έμμεσης, μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης και των αντίστοιχων δράσεων που αυτή δημιουργεί είτε μέσω εταιρειών της είτε κι ακόμη μέσω της δράσεως Μ.Κ.Ο. (Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων).

H εξάπλωση των τελευταίων είναι ραγδαία τα τελευταία χρόνια, τόσο στη χώρα μας, αλλά και στον αναπτυγμένο κόσμο γενικότερα, με την έννοια ότι η αρωγή τους είναι υποστηρικτική στις κρατικές δομές ή αλληλοϋποστηρίζονται (κράτος και Μ.Κ.Ο.) τεχνικοοικονομικά, αφού υπάρχουν και ορισμένες οι οποίες έχουν εξελιχθεί σε ανεξάρτητες, αυτόνομες και δυναμικές ως προς την συμβολή τους στην ενίσχυση των δράσεων που έχουν θέσει ως στόχο.

Είναι σίγουρα ενδιαφέρον, το πώς μπορεί τόσο η δράση των τελευταίων όσο και όλες οι δράσεις που σχετίζονται με μη κρατικές υπηρεσίες να ενισχυθούν, να γίνουν γνωστές στον ευρύτερο πληθυσμό, να διατηρηθούν αυτές που προσφέρουν ουσιαστικές, μακροχρόνιες και αναγκαίες σε κομμάτια του πληθυσμού υπηρεσίες (ειδικά σε αυτούς τους καιρούς), αλλά και γενικότερα να ερευνηθεί και να γίνει ουσιαστικότερος ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών, της «κοινωνικής οικονομίας», των φιλανθρωπικών πρακτικών (με όσα μη θεμιτά έχει συνδεθεί ο ρόλος τους), των οργανώσεων και των δικτύων αλληλοβοηθείας και όλων των μορφών εθελοντισμού στις διάφορες μορφές κοινωνικής φροντίδας.

Ο στόχος είναι, τελικά, το κράτος να αναλάβει το ρόλο που θα έπρεπε να παίζει -όπως στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης- τον επιτελικό, επεμβατικό, δημιουργικό-συντονιστικό, που δε θα αναλαμβάνει όλα τα βάρη και τις αρμοδιότητες πάσης φύσεως στην πλάτη του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα εγγυάται την προστασία των χαμηλότερων και των ασθενέστερων στρωμάτων, ούτε τα κονδύλια για την κοινωνική πολιτική, που θα πρέπει όμως να βρεθούν σε αντιστοιχία σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής υγείας -και σε όλα τα μεγέθη (υπηρετούντων, εργαζομένων, φορέων, νοσηλίων, φορείς–προσωπικό ανά περιφέρεια, κλάδο κ.ά.) με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, με τις οποίες έχουμε επιλέξει την συνύπαρξη με βάση κοινές αξίες και κατευθύνσεις.

Σε ένα πρώτο στάδιο μελέτης του θέματος, πρέπει να διαχωρίσουμε τους φορείς που παρέχουν υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής πολιτικής ξεχωριστά από τις κρατικές, αν και πολλές φορές η κρατική αρωγή, άμεσα ή έμμεσα, μπορεί να εμφανίζεται σε κάποιους κλάδους, για να γίνουν και ξεχωριστές αναφορές. Έτσι, στην εργασία αυτή θα γίνει ξεχωριστή αναφορά στις δομές της εκκλησίας γύρω από τον τομέα, σε αυτές της τοπικής αυτοδιοίκησης (κοινωνικά ιατρεία, φαρμακεία, ξενώνες, δωρεάν εξετάσεις, κ.ά.), με την προσπάθεια να ξεχωριστούν αυτά που προσεγγίζουν περισσότερο τον χώρο της «κοινωνίας των πολιτών» ή θα μπορούσαν να εξελιχθούν ως τέτοια και χωρίς την κρατική εποπτεία, στη λίστα με τα εγκεκριμένα φιλανθρωπικά ιδρύματα, στους ιδιωτικούς και στους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς – φορείς ψυχικής υγείας, μέσω και μιας επιθεώρησης του ιστορικού τους, τις αδυναμίες τους και τις αδυναμίες στον τρόπο συγκρότησης, φιλοσοφίας και λειτουργίας τους, στις μορφές εθελοντισμού προς τη φροντίδα κυρίως ψυχικά ασθενών, αλλά και ασθενών χρόνιων παθήσεων και τέλος, στη δραστηριότητα συγκεκριμένων ιδρυμάτων που δημιουργήθηκαν από δωρεές εύπορων συμπατριωτών ή ομογενών μας και άφησαν την δική τους σφραγίδα στον χώρο της υγείας και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Επίσης, θα γίνει αναφορά στη δράση και στην εξέλιξη στο χρόνο, οργανισμών με μακροχρόνια και υπολογίσιμη αναφορά και «ιστορία» στο χώρο της παροχής κοινωνικού έργου, όπως το Άσυλο Ανιάτων, η Παμμακάριστος Κλινική, η Πολυκλινική Αθηνών, η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία που η νομική τους φύση μπορεί να αλλάζει με τα χρόνια, όμως η κοινωνική διάσταση του έργου τους παραμένει παρά τις αντιξοότητες, συνεχίζοντας να παράγουν αναγκαίο έργο, προσελκύοντας εθελοντές και απαιτώντας σεβασμό από εμάς τους υπολοίπους, αλλά και από τους κρατούντες, ώστε να συνεχίσουν να υπάρχουν δυναμικά ή να βρίσκουν μιμητές. Γιατί το βέβαιο είναι, ότι εάν υπάρξει ουσιαστική διερεύνηση, αξιολόγηση, σύνδεσή τους με την «κοινωνική οικονομία», προσπάθεια ώστε να γίνουν παραγωγικά αποδοτικοί -χωρίς μείωση της παρεχόμενης ποιότητας και της φιλοσοφίας προσφοράς με «κέντρο τον άνθρωπο»- θα ενισχυθούν οι δράσεις τους, θα εξαπλωθούν στο κοινωνικό πεδίο και θα συμβάλλουν στην παροχή καλύτερων, ποιοτικότερων, αποκεντρωμένων υπηρεσιών ενώ θα αναβαθμιστεί και ο ρόλος της «κοινωνίας των πολιτών», αφού στην πατρίδα μας δυστυχώς δε βρίσκεται ακόμη στο επίπεδο άλλων χωρών.

Το πρώτο κομμάτι της έρευνας, θα αφορά τις δράσεις της εκκλησίας, που λόγω της έκτασής τους, της αποκέντρωσής τους και της διασύνδεσης των δράσεων αποτελεί, μάλλον, το πιο χαρακτηριστικό και δυναμικό κομμάτι, μέσω του οποίου δύναται να γίνουν συγκρίσεις, αξιολογήσεις, μέσω της απεικόνισης της σημαντικής έκτασης που λαμβάνουν οι φορείς, τα ιδρύματα και οι οργανώσεις. Το σημαντικό σημείο της μελέτης είναι το ότι εάν και η εκκλησία είναι, κατά τα κοινά στερεότυπα, ένας κεντρικός οργανισμός (Ν.Π.Δ.Δ.) που συντονίζει και κατευθύνει τις δράσεις από το πιο υψηλό επίπεδο(κεντρική διοίκηση-αρχιεπισκοπή κ.ά.) και μέσω του ενδιάμεσου -μητροπόλεις, περιφερειακή διοίκηση- μεταβαίνει στο χαμηλότερο (ενορίες), με ξεχωριστή την τεράστια μοναστική δράση, η πραγματικότητα δεν είναι αυτή. Π.χ. η Συντονιστική Επιτροπή Κοινωνικής Πρόνοιας και Ευποιίας της Ιεράς Συνόδου που ασχολείται με τα θέματα υγείας και κοινωνικής πολιτικής απλά συντονίζει και δίνει κατευθύνσεις και γενικές συμβουλές, ενώ τόσο σε τοπικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, ο κάθε ξεχωριστός φορέας-ίδρυμα από μόνος του εξασφαλίζει τη λειτουργικότητά του καθώς και τη διαθεσιμότητα των πόρων.

Οι δυνατότητες αυτόνομης λειτουργίας που αξιοποιήθηκαν και συνεχίζουν να αξιοποιούνται, μέσω του πολυπλόκαμου και αχαρτογράφητου –λόγω μεγέθους- δικτύου εθελοντών, των δικτύων αλληλοβοηθείας, των συνεργειών με την τοπική αυτοδιοίκηση, δίνει το έναυσμα για τη συζήτηση που έχει ανοίξει -με διαφορετικές απόψεις και εντάσεις ακόμη και μέσα στους κόλπους της- ως το προς το κατά πόσο θα πρέπει η δράση της να συνδεθεί με αυτήν της κοινωνίας των πολιτών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και αντίστοιχα, να αποσυνδεθεί από την κρατική, ακόμη και νομικά, καταστατικά και λειτουργικά και κυρίως, σε ποιους τομείς δράσεις και λειτουργίας είναι θεμιτό να γίνει αυτό.

Τα παραδείγματα είναι απτά και στην ουσία, η εκκλησία έχει συνδεθεί με την κοινωνία πολιτών, δίνοντας το παράδειγμα, τη φιλοσοφία, την τεχνογνωσία ακόμη, με την οποία η τελευταία μπορεί να εξελιχθεί περαιτέρω. Η εκκλησία -και οι αρμόδιοι φορείς της- πρώτοι κατανόησαν, όπως φαίνεται, το ζήτημα της κρίσης του κοινωνικού κράτους που έχει ως συνέπεια την ανάπτυξη του εθελοντισμού, ως επακόλουθο του ότι ο «εθελοντής» προτιμά να ενεργοποιηθεί από μόνος του -χωρίς να έχει ως προτεραιότητα απόλυτα την «κοινωνική προσφορά» αλλά περισσότερο μάλλον τη δική του μη παραχώρηση στο κράτος της δυνατότητας αυτοεκπλήρωσης των προσδοκιών του, με αποτέλεσμα τη δυνατότητα άντλησης εθελοντών από ένα τεράστιο, πλέον, πληθυσμιακό κομμάτι.

Είναι ενδεικτικό το ότι το 25% των εθελοντικών οργανώσεων οι οποίες λειτούργησαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και το 31% σε εν γένει φορείς εκκλησιαστικούς, ενώ η εξέλιξη και η διατήρησή τους στο πέρασμα του χρόνου είναι πιο σημαντική από αυτές άλλων μορφών, εφόσον παρατηρήσουμε ότι από το 1990 ως το 1996, μονάχα το 36% των εθελοντικών οργανώσεων που ιδρύθηκαν (1990), συνέχισαν να λειτουργούν κανονικά (1996).

Ο εθελοντισμός, λοιπόν, που θεωρείται το «μυστικό χαρτί» της κοινωνίας πολιτών, ενεργοποιείται δυναμικά μέσα από την εκκλησία και αξίζει να μελετηθεί περαιτέρω -και από τα δύο μέρη- που μπορούν να «ανοίξουν τα χαρτιά τους» το ένα στον άλλο, στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Η πρώτη, καλύπτει ένα τεράστιο πεδίο δραστηριοτήτων μέσα από ιδρύματα, σωματεία, ενώσεις, δίκτυα προσώπων και άρα εντάσσεται στην έννοια της κοινωνίας πολιτών. Το μόνο που τη διαφοροποιεί αποτελεί η νομική προσωπικότητα των Ιερών Μητροπόλεων, Μονών, Ενοριών ως Ν.Π.Δ.Δ. και ότι ο καταστατικός της χάρτης είναι νόμος του κράτους, το πιο σημαντικό στην επίλυσή του, ίσως, ζήτημα. Άλλο ένα πρόβλημα είναι η διαφορά στην αντίληψη μεταξύ των εθελοντικών οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών και των εκκλησιαστικών των εννοιολογικών διαφορών μεταξύ των όρων «φιλανθρωπία», «κοινωνική προσφορά», «πρόνοια», «προστασία», οι οποίοι αρκετές φορές κατανοούνται και ως εντελώς αντίθετες, με συνέπεια άρνηση κοινής δράσης, συνεννόησης, ακόμη και όταν οι επιδιώξεις είναι ταυτόσημες. Εδώ, θα πρέπει να υπάρξει συζήτηση και σύγκλιση απόψεων, έτσι ώστε ούτε η μία να θεωρεί τη φιλανθρωπία κάτι το ξεπερασμένο ούτε η άλλη τις διαστάσεις κοινωνικής πρόνοιας λιγότερο σημαντικές.

Μία αναζήτηση στις πανανθρώπινες αξίες της χριστιανικής θρησκείας χωρίς μεροληπτισμούς, μπορεί να φέρει πιο κοντά τις δύο πλευρές. Επίσης, η δημιουργία μίας υποκατηγορίας νομικής για τις οργανώσεις της εκκλησίας και τα υποσύνολά τους (όπως ζητά και η καθολική εκκλησία) θα διευκόλυνε και αυτήν, αλλά και το κράτος στον απεγκλωβισμό των δράσεών της στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και πρέπει να γίνει, να καταλήξει σε αποτέλεσμα, με αμοιβαία οφέλη και με όσο το δυνατό μικρότερα κόστη αμφοτέρων. Το ζήτημα της λεγόμενης εκκλησιαστικής περιουσίας είναι πάντα ανοιχτό -αλλά και τεράστιο για να αναλυθεί εδώ- αλλά και τα δύο παραπάνω σημεία μπορούν να συμβάλλουν στο να έρθουν πιο κοντά οι αρμόδιοι – κράτος, εκκλησία, κοινωνία πολιτών- για την καλύτερη δυνατή επίλυσή του.

Ένα σημαντικό πρόγραμμα το οποίο αποτυπώνει τις διαστάσεις της δράσης της κοινωνίας των πολιτών -και σε επίπεδο δαπανών- είναι το EESPROSS (European System of Integrated Social Protection Statitics – Ευρωπαϊκό Σύστημα Στατιστικών Κοινωνικής Προστασίας), η έκθεση των αποτελεσμάτων του οποίου, όσον αφορά τη χώρα μας, δημοσιεύτηκε από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία με αναφορά στα έτη 1990-98, το οποίο αναγνωρίζει την εκκλησία ως ένα από τους βασικότερους πυλώνες κοινωνικής προστασίας και την κατατάσσει μεταξύ των μη κυβερνητικών οργανισμών. Η συνολική της δράση για το 1998, μαζί με των μη κυβερνητικών οργανώσεων, αποτιμάται γύρω στα 50,2 δις ευρώ, ενώ το συνολικό ποσοστό της επί των κοινωνικών δαπανών στο 0,6%, γεγονός που μάλλον υποτιμά την δράση της (τουλάχιστον με βάση τις δικές της εκτιμήσεις), αφού γίνεται σύγκριση της όλης δράσης της γύρω από την κοινωνική φροντίδα σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες των ασφαλιστικών ταμείων, του ΟΑΕΔ, συλλογικές συντάξεις, στεγαστικές δαπάνες μισθωτών ή τις γενικές δαπάνες του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Οι υπηρεσίες της εκκλησίας είναι καθαρά προνοιακού χαρακτήρα και δεν εμπερικλείουν την έννοια της αποδοτικότητας.

Ακολουθεί μία αναλυτική περιγραφή των δράσεων, σε τοπικό, περιφερειακό και κεντρικό επίπεδο.

 

1.

ΒΡΕΦΟΝΗΠΙΑΚΟΙ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ – ΣΤΗΡΙΞΗ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ

22

2.

ΣΤΗΡΙΞΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ

8

3.

ΠΡΟΛΗΨΗ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ

6

4.

ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΡΓΩΝ

7

5.

ΣΧΟΛΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΠΡΟΝΟΙΑΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

7

6.

ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ

67

7.

ΚΕΝΤΡΑ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑΣ – ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΙΜΑΤΟΣ

241

8.

ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΑ (ΑΡΡΕΝΩΝ – ΘΗΛΕΩΝ)

52

9.

ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΑ

14

10.

ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΑ – ΣΤΕΓΕΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ

102

11.

ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΓΑΠΗΣ (ΣΥΣΣΙΤΙΑ)

263

12.

ΣΤΗΡΙΞΗ ΑΠΟΡΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ

10

13.

ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ – ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΥΠΟΤΡΟΦΙΕΣ

31

14.

ΣΧΟΛΕΣ ΓΟΝΕΩΝ

28

15.

ΚΕΝΤΡΑ ΥΓΕΙΑΣ – Α’ ΒΟΗΘΕΙΩΝ – ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ – ΙΑΤΡΕΙΑ

25

16.

ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ (Α.Μ.Ε.Α.)

18

17.

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

39

18.

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ

15

19.

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ

8

20.

ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΣΘΕΝΩΝ – ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

50

21.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΞΕΝΩΝΕΣ

4

22.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΑ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΑ – ΕΝΩΣΕΙΣ – ΣΩΜΑΤΕΙΑ

154

23.

ΓΕΝΙΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ (ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ)

80

24.

ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ

3.235

Πηγή: Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος 2001

Επίσης, σημαντικά στοιχεία για την κατανόηση του μεγέθους και της διάρκειας της δράσης της Εκκλησίας, δίνει ο πίνακας που ακολουθεί και παρουσιάζει τη συνεχή αυξητική πορεία των ιδρυμάτων για την «τρίτη ηλικία», τα οποία λειτουργούν από την Εκκλησία της Ελλάδος, κατά τα έτη 1975-2000.

Πίνακας ιδρυμάτων υπερηλίκων της Εκκλησίας της Ελλάδος

Έτη 1975 – 2000

ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ 
(ΧΩΡΙΣ ΤΑ ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ) 

1.251

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ 

4.486

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΕΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 

4.497

Έτη

Αριθμός Ιδρυμάτων

Μεταβολή (%)

1975

42

1980

54

+ 28,57

1985

65

+ 20,37

1990

68

+ 4,61

1995

73

+7,35

2000

102

+39,72

Οι 7.870 ενοριακοί ναοί -εκ των οποίων οι 3.235- διαθέτουν φιλόπτωχα ταμεία (41,9%), στοιχείο που αν συνδεθεί με το εννιαμελές Δ.Σ. που πρέπει το καθένα να έχει με επικεφαλής εφημέριο, σημαίνει έναν αριθμό εθελοντών ασχολούμενων με την κοινωνική «διακονία» (εκκλησιαστικά αποκαλούμενη), πρόνοια και φροντίδα συνανθρώπων γύρω στους 22.645, στους οποίους αν προστεθούν και αυτοί των Ιερών Μητροπόλεων, υπερβαίνουν τις 23.000 ανθρώπους, στους οποίους, βέβαια, δεν προστίθενται αυτοί της ημιαυτόνομης Εκκλησίας της Κρήτης, ούτε των πέντε ημιαυτόνομων περιφερειών της Δωδεκανήσου και πολύ περισσότερο, των άτυπων κοινωνικών δικτύων και ενός μεγάλου αριθμού εθελοντών που συνήθως ασχολούνται με δραστηριότητες μη καταγεγραμμένες.

Πάντως, τα στοιχεία της έρευνας, πρέπει να αναφέρουμε, ότι φθάνουν ως το 2001 και από τότε οι δράσεις έχουν σαφώς ενισχυθεί, ειδικά τον τελευταίο καιρό, της ραγδαίας οικονομικής κρίσης, λόγω της οποίας όμως κοινωφελή εκκλησιαστικά έργα είναι αναγκασμένα να σταματήσουν ή να περικοπούν, αφού και η ίδια η εκκλησία δοκιμάζεται από αυτήν.

«Η αποστολή»

Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της κοινωνικής δράσης της Εκκλησίας της Ελλάδας, θα παρουσιάσουμε τις δραστηριότητες, τις δομές, τη λειτουργία και το όραμα μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας, της Μ.Κ.Ο «Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ» (Φιλανθρωπικός Οργανισμός Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών) η οποία ίδρυσε και υλοποιεί μεγάλο μέρος από τις δράσεις της σχετικά με την κοινωνική φροντίδα, αλλά και τη διασύνδεσή της με τον εθελοντισμό και την κοινωνία των πολιτών. Ας δούμε ένα προς ένα τους τομείς, τα έργα της, τους συνεργάτες της και το πλάτος-εύρος των δράσεων το οποίο είναι άξιο αναφοράς. Στα έργα της περιλαμβάνονται:

  • Α. Πρότυπο Περιβαλλοντικό Κέντρο στην Πάρνηθα.
  • Β. Μονάδα επανένταξης ουσιοεξαρτημένων ατόμων.
  • Γ. μονάδα φροντίδας και αγωγής αυτιστικών παιδιών.
  • Δ. μονάδα φροντίδας κατακοίτων.
  • Ε. στέγες ηλικιωμένων.
  • Στ. Διπλασιασμός των μερίδων φαγητού (σήμερα υπερβαίνουν τις 10.000 ημερησίως).

Κάποιοι τομείς στους οποίους εντοπίζεται η προτεραιότητά της είναι:

  • η πολιτισμική κληρονομιά.
  • η προστασία του περιβάλλοντος.
  • η συνεργασία με φορείς του εξωτερικού.
  • η στήριξη – ισχυροποίηση της Ιεραποστολής.

 

Σημαντικό είναι ότι δεν περιορίζεται στον χώρο της υγείας, της κοινωνικής φροντίδας, της φτώχειας, του πολιτισμού, αλλά προσπαθεί να επεκταθεί στα πεδία του περιβάλλοντος, των τεχνολογικών καινοτομιών και της κοινωνικής οικονομίας.

Για το σκοπό αυτό, συνεργάζεται με τις κατά τόπους Ορθόξοξες Μητροπόλεις. Έχοντας δημιουργήσει δίκτυα στη Μέση Ανατολή, τη Νοτιοανατολική Ασία, τα Δυτικά Βαλκάνια, την Αφρική, ετοιμάζεται να επεκταθεί και στη Λατινική Αμερική. Για την υλοποίηση των προγραμμάτων που προωθεί, συνεργάζεται με εθνικούς και διεθνείς φορείς όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Ο.Η.Ε., τα Υπουργεία Υγείας, Πολιτισμού, Απασχόλησης, την Κοινωνία της Πληροφορίας, ενώ συνεργάζεται με ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα, φορείς της κοινωνίας των πολιτών και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Έχει αποκτήσει διαχειριστική επάρκεια (τύπου Α και Β) για διαχείριση προγραμμάτων Ε.Σ.Π.Α., ενώ την αντίστοιχη «επάρκεια» έχει αποκτήσει και στα διεθνή επίπεδα τυπικής ή ουσιαστικής αξιολόγησης που υπάρχουν για τις Μ.Κ.Ο.

 

Άλλα πεδία ενδιαφέροντος είναι:

  • Η διάχυση πληροφόρησης και η καταγραφή δεδομένων για τις ανάγκες όλων των Ιερών Μητροπόλεων της Ελλάδας και των αναπτυσσόμενων χωρών.
  • Η υποβολή προτάσεων, πρακτικών και προγραμμάτων εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδας σε οργανισμούς και ιδρύματα ελληνικά και διεθνή.
  • Η εφαρμογή, η διαχείριση και ο συντονισμός προγραμμάτων.
  • Η προσφορά ανθρωπιστικής βοήθειας -μόνιμα ή σε έκτακτες ανάγκες- στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.
  • Η υλοποίηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών και προγραμμάτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
  • Η υλοποίηση, ο σχεδιασμός – συντονισμός εκπαιδευτικών προγραμμάτων για ευπαθείς ομάδες, άνεργους και αποκλεισμένους.
  • Η συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς φορείς.

Σύμφωνα με το «όραμά» της, η οργάνωση, εκτός από την ανακούφιση, την κοινωνική φροντίδα-προστασία και την αντιμετώπιση των παρόντων αναγκών π.χ. στόχος «κανένας πολίτης χωρίς φάρμακα», επιζητά να δημιουργήσει υποδομές αναπτυξιακές και δομές που θα χτίσουν στο μέλλον συνθήκες παροχής καλυτέρων συνθηκών ζωής, υγείας και κοινωνικής προστασίας. Έχει αναπτύξει δραστηριότητες οι οποίες αφορούν εκτός από τις δομές που λειτουργεί, την εκπαίδευση και την ανθρωπιστική δράση. Οι δομές της προσπαθούν να συνεισφέρουν ό,τι καλύτερο μπορούν καθημερινά στον τομέα της κοινωνικής φροντίδας και οι οποίες αναφέρονται παρακάτω.

Σε αυτές, οι συνεργάτες, οι εθελοντές αλλά και το εξειδικευμένο προσωπικό της προσπαθεί να στηρίξει τόσο τις πληθυσμιακές ομάδες που στερούνται στοιχειώδη αγαθά (τροφή, ένδυση, περίθαλψη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη) όσο και άλλες που χρήζουν πιο ειδικής φροντίδας (ασθενείς με νόσο Alzheimer, ψυχικές διαταραχές, κ.ά.).

Η ανθρωπιστική της δράση, όπως την έχει ονομάσει, αφορά κυρίως τη χώρα μας αλλά και το εξωτερικό, και παρατίθεται ως εξής:

Δράση Εσωτερικού:

Δράση Εξωτερικού:

  • Αποστολή Χωρίς Σύνορα και τέλος, στον τομέα της εκπαίδευσης είναι σημαντικό ότι έχει αναγνωρίσει τη σημαντικότητα της εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού ως καθοριστικό στοιχείο για την ομαλή ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία δημιουργώντας το πρόγραμμα «Ελληνική Γλώσσα και Ελληνικός Πολιτισμός», σχεδιασμένο από ειδικούς εκπαιδευτές τόσο για αρχάριους αλλά και προετοιμάζοντας υποψήφιους για πιστοποίηση γλωσσομάθειας, μέσω της ειδικής διεύθυνσης εκπαίδευσης που έχει. Κοινές πρακτικές, τις οποίες εφαρμόζει η αποστολή είναι η συγκέντρωση φαρμάκων σε συνεργασία του Κοινωνικού της Ιατρείου με δήμους της Αττικής ή των Κοινωνικών Παντοπωλείων της για συγκέντρωση ειδών ένδυσης, τροφής ή περίθαλψης, η διενέργεια δωρεάν εξετάσεων προληπτικών για διάφορες νόσους (καρκίνου του μαστού, οστεοαρθρίτιδα) σε συνεργασία με κλινικές, φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, οι δράσεις ευαισθητοποίησης για αυτές (ημερίδες, εκδηλώσεις, περιηγήσεις, φυλλάδια, αφιερώματα στο site της), η συνεργασία με ελληνικούς και ξένους φορείς που προσφέρουν αντίστοιχες κοινωνικές υπηρεσίες και η προβολή των δράσεών τους, των προγραμμάτων τους κ.ά. Σε αυτό το δύσκολο και καθημερινό έργο της, τη στηρίζουν με διάφορους τρόπους –εκτός από τους εθελοντές και το προσωπικό της- φορείς, οργανισμοί και ιδιώτες στην Ελλάδα και το εξωτερικό (π.χ. ΑΧΕΠΑ, ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο), καθώς και πολλοί άλλοι οι οποίοι συνεργάζονται μαζί της.